Ανασκαφή σε μια έκταση 300 τ.μ. πραγματοποίησε ομάδα αρχαιολόγων την άνοιξη, έπειτα από την ανακάλυψη ερειπίων που παρέπεμπαν σε αρχαίο λιμάνι. Η ανακάλυψη έγινε κατά τη διάρκεια κατασκευής ενός σπιτιού.
Η ανακάλυψη έγινε στην μαρίνα της Μέρια, στη Χερσόνησο Καπ Κορς, στο βορειότερο άκρο της Κορσικής στη Γαλλία. Το σημείο όπου βρέθηκε το αρχαίο λιμάνι, βρίσκεται στη βόρεια όχθη του ρέματος της Μέρια, και είναι σε απόσταση σχεδόν 70 μέτρων από την ακτή.
Η περιοχή της ανασκαφής, η οποία βρίσκεται στους πρόποδες της νότιας πλαγιάς ενός βραχώδους ακρωτηρίου με θέα στον κόλπο της Μέρια, έφερε στο φως ένα σχιστολιθικό υπόστρωμα που βγαίνει στην επιφάνεια του ανώτερου μέρους του εδάφους και, κατεβαίνει απότομα προς το ρέμα, δημιουργώντας μια ορατή απότομη κοπή, λίγο κάτω από την ανασκαμμένη περιοχή.
Το στοιχείο που τράβηξε την προσοχή των ερευνητών, ήταν η παρουσία μεγάλων σχιστολιθικών όγκων -μερικοί είχαν πάνω από 1,50 μέτρο μήκος- διατεταγμένων με φαινομενικά χαοτικό, αλλά σαφώς σκόπιμο τρόπο: για να σχηματίσουν ένα συγκεντρωμένο επίχωμα από πέτρες.
Αυτοί οι μονόλιθοι, χωρίς ασβεστοκονίαμα, φαίνεται πως είχαν αποτεθεί ως το θεμέλιο ενός συστήματος αναβαθμίδων που αργότερα καλύφθηκε από ένα λεπτό υδρομορφικό στρώμα ιζήματος, πιθανόν συνδεόμενο με την υπερχείλιση του ποταμού.
Πάνω από το πρώτο αυτό στρώμα, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν εναλλασσόμενα στρώματα λίθων – κυρίως σπασμένο σχιστόλιθο και ιλυώδη ιζήματα που σχημάτισαν μια επίπεδη λιθόστρωτη επιφάνεια, πλάτους μεταξύ 4 και 6 μέτρων και μήκους τουλάχιστον 13 μέτρων. Τα ιλυώδη ιζήματα είναι ιζηματογενή πετρώματα που αποτελούνται κυρίως από ιλύ, ένα λεπτόκοκκο υλικό που προέρχεται από την αποσάθρωση και τη διάβρωση άλλων πετρωμάτων.
Η κατασκευή, η οποία φτάνει τα 80 εκατοστά σε πάχος, εναποτίθεται απευθείας στο βραχώδες υπόστρωμα και, φαίνεται να ήταν κατασκευασμένη για την ανάκτηση της γης από την κοίτη του ποταμού. Πάνω στο βόρειο άκρο της, πιο μεγάλοι λίθοι λειτουργούσαν ως αντηρίδες, ενισχύοντας τη σταθερότητα ολόκληρης της δομής.
Τι πιστεύουν οι αρχαιολόγοι
Ταυτοποιήθηκαν σχεδόν δέκα οπές πασσάλων — τα ίχνη που άφησαν ξύλινες κατασκευές που πλέον δεν υπάρχουν, τόσο πάνω στην επιφάνεια του λιθόστρωτου όσο και στο ίδιο το βραχώδες υπόστρωμα. Αυτές οι κοιλότητες, που ποικίλλουν σε διάμετρο και βάθος, υποδεικνύουν την ύπαρξη ξύλινης ανωδομής στερεωμένης στην πλατφόρμα.
Αν και, η περιορισμένη έκταση της ανασκαφής, δεν επιτρέπει τον ακριβή καθορισμό της αρχικής διάταξης της κατασκευής, οι ερευνητές έχουν σχηματίσει την υπόθεση πως, μπορεί να αποτελούσε τμήμα μιας υπερυψωμένης προβλήτας για το αγκυροβόλιο και τη φόρτωση πλοιαρίων.
Παρά την απλή της εμφάνιση, η κατασκευή είναι περίτεχνα κατασκευασμένη. Η μεταφορά και η τοποθέτηση των σχιστόλιθων σε υγρό περιβάλλον, μπορεί να απαιτούσε σημαντική λογιστική προσπάθεια, αλλά και εξειδικευμένες γνώσεις.
Η στρατηγική του τοποθεσία, μαζί με στοιχεία μιας ξύλινης κατασκευής, μαρτυρούν πως ήταν σημείο ελλιμενισμού, ενδεχομένως μια προκυμαία ή περιοχή εκφόρτωσης που συνδεόταν με θαλάσσιες δραστηριότητες. Μερικοί από τους μονολιθικούς σχιστόλιθους που ανακαλύφθηκαν.
Το σημείο έχει φέρει στην επιφάνεια περισσότερα από χίλια κεραμικά θραύσματα, των οποίων η μελέτη θα μπορούσε να ρίξει φως σε μια ελάχιστα καταγεγραμμένη περίοδο της αρχαίας Κορσικής, κατά την Ύστερη Αρχαιότητα. Επίσης, ανακτήθηκαν περίπου εκατό μεταλλικά αντικείμενα, μεταξύ των οποίων και σημαντικά χάλκινα καρφιά.
Η αντίστασή τους στην οξείδωση, μέσα σε αλμυρό περιβάλλον, ενισχύει τη θεωρία πως, ήταν κομμάτι της ξύλινης κατασκευής.