Σε μια περίοδο που οι επιχειρήσεις δηλώνουν ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο στην ανάπτυξή τους είναι η έλλειψη προσωπικού και το υψηλό μισθολογικό κόστος, η κυβέρνηση ενεργοποιεί ένα νέο πρόγραμμα επιδότησης για την πρόσληψη ανέργων, με στόχο να ενισχύσει άμεσα την απασχόληση και να μειώσει τα ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας. Η δράση προβλέπει επιχορήγηση έως 704 ευρώ ανά μήνα για κάθε νέα θέση εργασίας και απευθύνεται σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που επιθυμούν να επεκτείνουν το δυναμικό τους.
Ποιοι εντάσσονται – Προτεραιότητα σε ευάλωτες ομάδες
Το πρόγραμμα υλοποιείται από τη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (ΔΥΠΑ) και δίνει έμφαση στην πρόσληψη ομάδων που αντιμετωπίζουν διαχρονικά μεγαλύτερα εμπόδια εισόδου στην αγορά εργασίας: νέοι έως 29 ετών, γυναίκες, μακροχρόνια άνεργοι, άτομα άνω των 55 ετών και άνεργοι χαμηλών προσόντων. Οι επιχειρήσεις που θα συμμετάσχουν δεσμεύονται για διατήρηση της θέσης εργασίας για τουλάχιστον ένα έτος, διάστημα κατά το οποίο θα λαμβάνουν την οικονομική ενίσχυση.
Ύψος και διάρκεια επιδότησης
Το ποσό της επιχορήγησης ανέρχεται έως 704 ευρώ ανά μήνα, ανάλογα με το προφίλ του ωφελούμενου, και καλύπτει μέρος του συνολικού μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους. Η ενίσχυση διαρκεί 12 μήνες, με δυνατότητα παράτασης εφόσον κριθεί ότι οι στόχοι του προγράμματος έχουν αποδώσει. Στόχος είναι οι προσλήψεις να μην έχουν περιστασιακό χαρακτήρα, αλλά να οδηγήσουν σε μόνιμη απασχόληση, ενίσχυση της παραγωγικότητας και επαγγελματική σταθερότητα για τους εργαζόμενους.
Πώς γίνεται η αίτηση
Οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις υποβάλλουν ηλεκτρονικά αίτηση μέσω της πλατφόρμας της ΔΥΠΑ, επιλέγοντας την ειδικότητα και το είδος απασχόλησης. Εφόσον εγκριθεί η αίτηση, η επιχείρηση μπορεί να επιλέξει τον υποψήφιο από το μητρώο ανέργων ή να δηλώσει άτομο που ενδιαφέρεται να προσλάβει, υπό την προϋπόθεση ότι είναι ήδη εγγεγραμμένο στη ΔΥΠΑ. Η καταβολή της επιδότησης γίνεται σε τακτά χρονικά διαστήματα, με βάση την τήρηση των ασφαλιστικών και εργασιακών υποχρεώσεων.
Στόχος της δράσης
Το πρόγραμμα στοχεύει να λειτουργήσει ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στις πραγματικές ανάγκες των επιχειρήσεων και στα άτομα που χρειάζονται πρόσβαση στην εργασία. Παράλληλα, συμβάλλει στη σταδιακή μείωση των αποκλεισμών στην αγορά εργασίας και στη δημιουργία ενός πιο βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης, όπου η ενίσχυση της απασχόλησης αποτελεί βασικό άξονα.