Δευτέρα
06 Μαΐου 2024

«Καμπανάκι» ΤτΕ για ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας: «Ενδείξεις στασιμότητας ή και υποχώρησης» το 2023

Οικονομία

«Καμπανάκι» για την ανταγωνιστικότητα ελληνικής οικονομίας έκρουσε η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) στην έκθεση της νομισματικής πολιτικής, την οποία δημοσίευσε σήμερα (20.12.23). «Η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, μετά τη γενική και σημαντική βελτίωση που κατέγραψε τα προηγούμενα έτη, εμφανίζει πλέον ενδείξεις στασιμότητας ή και μικρής υποχώρησης το 2023», αναφέρει η έκθεση.

Η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ) τονίζει πως «οι δείκτες σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας με βάση τις σχετικές τιμές και το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αυξήθηκαν τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023, αποτυπώνοντας επιδείνωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, οφειλόμενη κυρίως στη σημαντική επίδραση της ανατίμησης της ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ η οποία καταγράφεται από το τελευταίο τρίμηνο του 2022.

Σύμφωνα με τους εθνικούς Εναρμονισμένους Δείκτες Ανταγωνιστικότητας (ΕνΔΑ-HCIs) που καταρτίζει η ΕΚΤ, παρατηρήθηκε αύξηση (επιδείνωση) τόσο στην Ελλάδα όσο και σε πολλές χώρες της ζώνης του ευρώ για το πρώτο εννεάμηνο του 2023.

Ωστόσο, η μακρόχρονη και συνεπής προσαρμογή της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, οφειλόμενη στην υιοθέτηση σημαντικών μεταρρυθμίσεων αλλά και στην πολυετή οικονομική κρίση, είχε οδηγήσει το 2022 σε πλήρη ανάκτηση των απωλειών ανταγωνιστικότητας που είχε υποστεί η ελληνική οικονομία από το 2002 και μετά, όπως φαίνεται από τους ΕνΔΑ.

Μάλιστα, η προσαρμογή αυτή επιτεύχθηκε παρά τη μεγάλη σωρευτική ανατίμηση της ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας, περί το 20%, κατά την ίδια αυτή περίοδο 2002-2022, σύμφωνα με τα στοιχεία των ΕνΔΑ».

Παραπέρα, σημειώνεται πως «το 2022 η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας είχε βελτιωθεί περαιτέρω, παρά τον υψηλό εγχώριο πληθωρισμό και τις αυξήσεις των κατώτατων ονομαστικών αποδοχών, βοηθούμενη και από την ελαφρά υποχώρηση του ευρώ (σε μέσα επίπεδα έτους).

Το εξωτερικό περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού και σημαντικών ονομαστικών μισθολογικών αυξήσεων σε συνθήκες διεθνούς οικονομικής επιβράδυνσης και χαμηλής ή και αρνητικής μεταβολής της παραγωγικότητας της εργασίας οδήγησε σε αύξηση του ονομαστικού κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος σε πολλούς βασικούς εμπορικούς εταίρους της Ελλάδος, έναντι μείωσής του στην Ελλάδα.

Τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023 η ανταγωνιστικότητα ως προς τις τιμές σημείωσε ελαφρά υποχώρηση, ενώ ως προς το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος παρέμεινε ουσιαστικά στάσιμη, αν και σε μέσα επίπεδα έτους αναμένεται οριακή βελτίωση».

Από εκεί και πέρα, η ΤτΕ αναφέρει πως «Ο δείκτης ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας της Ελλάδος ανατιμήθηκε κατά 4,3% το πρώτο εννεάμηνο του 2023, καθώς το ευρώ ανέκαμψε κυρίως όταν η αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ άρχισε να επιδρά στις προσδοκίες για τις αποδόσεις των περιουσιακών στοιχείων.

Ο δείκτης πραγματικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας με βάση το σχετικό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στο σύνολο της οικονομίας παρουσίασε επίσης ελαφρά ανατίμηση το πρώτο εξάμηνο του 2023, κατά 0,8%.

Ο δείκτης πραγματικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας με βάση τους σχετικούς δείκτες τιμών καταναλωτή (ΔΤΚ) κατέγραψε σημαντικότερη αύξηση (επιδείνωση) το πρώτο εννεάμηνο του 2023, κατά 3,4%, λόγω της επίδρασης της ανατίμησης της ονομαστικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας που υπερκάλυψε την ευνοϊκή για την Ελλάδα διαφορά του εγχώριου πληθωρισμού συγκριτικά με τον αντίστοιχο σταθμισμένο μέσο όρο των κυριότερων εμπορικών εταίρων της».

Εξάλλου, η ΤτΕ αναφέρει πως «Όσον αφορά τις εκτιμήσεις για το 2023 συνολικά, σύμφωνα με τα συγκρίσιμα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή αναμένεται να αυξηθεί κατά 4,3% στην Ελλάδα και κατά 5,6% στη ζώνη του ευρώ.

Οι αποδοχές ανά εργαζόμενο εκτιμάται ότι θα αυξηθούν σημαντικά, ενώ η μέση παραγωγικότητα της εργασίας θα παρουσιάσει μεταβολή κατά 0,8% και -0,5% αντιστοίχως. Ως αποτέλεσμα, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στο σύνολο της οικονομίας αναμένεται ότι θα αυξηθεί κατά 4,0% στην Ελλάδα έναντι 6,0% στη ζώνη του ευρώ.

Επομένως, για το 2023 συνολικά παρατηρείται στασιμότητα έναντι του συνόλου των εμπορικών εταίρων της Ελλάδος με ταυτόχρονη μικρή βελτίωση σε σχέση με τους εμπορικούς εταίρους της εντός της ζώνης του ευρώ.

Σε όρους διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η κατάταξη της Ελλάδος σε σύνθετους δείκτες παρουσιάζει στασιμότητα ή και υποχώρηση το 2023, μετά την αποτύπωση μεγάλης προόδου την περίοδο 2020-2022.

Ως προς το Δείκτη Φορολογικής Ανταγωνιστικότητας του Tax Foundation (Οκτώβριος 2023), η Ελλάδα κατατάσσεται και εφέτος, όπως και πέρυσι, στην 25η θέση μεταξύ 38 κρατών. Συγκριτικά καλύτερη θέση συνεχίζει να καταλαμβάνει ως προς τους υποδείκτες φορολόγησης φυσικών και νομικών προσώπων (8η και 19η αντίστοιχα), ενώ υστερεί στη φορολόγηση των περιουσιακών στοιχείων (28η) και της κατανάλωσης (33η).

Αρνητικά στη φορολογική ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, σύμφωνα με τη σχετική έκθεση, επιδρά το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα, παρά μόνο μέχρι ένα περιορισμένο ποσό, να συμψηφίσουν τις λειτουργικές τους ζημίες με μελλοντικά κέρδη, ούτε επιτρέπεται να συνυπολογίσουν ζημίες στο φορολογητέο εισόδημα προηγούμενων χρήσεων.

Σύμφωνα με το σύνθετο δείκτη ανταγωνιστικότητας του IMD (Ιούνιος 2023), η Ελλάδα υποχώρησε στην 49η από την 47η θέση στην παγκόσμια κατάταξη 64 κρατών το 2023. Η αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα βελτιώθηκε οριακά στην 53η θέση, αντισταθμίζοντας την οριακή υποχώρηση της αποτελεσματικότητας του ιδιωτικού τομέα στην 48η θέση.

Ωστόσο, ως προς την οικονομική επίδοση, κατατάχθηκε 7 θέσεις χαμηλότερα από ό,τι πέρυσι, στην 58η θέση, κυρίως λόγω του υψηλού πληθωρισμού, της υπογεννητικότητας και του υψηλού ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών.

Η δημιουργία φιλικότερου επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος θα βελτιώσει περαιτέρω τη διεθνή κατάταξη της Ελλάδος στους δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Συγκριτικά πλεονεκτήματα, σύμφωνα με το IMD, θεωρούνται το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης των εργαζομένων, η δυναμική του ΑΕΠ και το χαμηλό κόστος εργασίας, ενώ συγκριτικά μειονεκτήματα θεωρούνται η έλλειψη ανταγωνιστικού φορολογικού πλαισίου, παρά τα σημαντικά βήματα που έχουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή, το αναποτελεσματικό νομικό πλαίσιο και η χαμηλή ποιότητα εταιρικής διακυβέρνησης».

Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις


Διαβάστε ακόμη
Φόρτωση άρθρων...