Σταδιακή, χωρίς σημαντικό κίνδυνο επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας θα είναι η μετάβαση της οικονομίας στην περίοδο μετά το Ταμείο Ανάκαμψης σύμφωνα με τον Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, που βλέπει στο τραπεζικό σύστημα πυλώνα στήριξης της ανάπτυξης. 

«Παρά την αποκλιμάκωση των επιτοκίων, η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει σε υψηλά επίπεδα υποστηριζόμενη από τη θετική πιστωτική επέκταση, τα έσοδα από προμήθειες και τον περιορισμό των λειτουργικών εξόδων», αναφέρει ο Γιάννης Στουρνάρας σε άρθρο του στη «Μακεδονία της Κυριακής» τονίζοντας ότι το τραπεζικό σύστημα αναμένεται να προσφέρει σημαντική στήριξη στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας το 2026. 

Σημειώνει μεταξύ άλλων ότι η χρηματοδότηση των επιχειρήσεων, ιδίως των μη χρηματοπιστωτικών, συνεχίζει να αυξάνεται με υψηλούς ρυθμούς, στηρίζοντας τις επενδύσεις και την οικονομική ανάπτυξη. Παράλληλα, τα λιγότερο σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα διαδραματίζουν ολοένα και σημαντικότερο ρόλο στη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ενώ συνολικά, οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας το 2026 διαγράφονται θετικές. Ως αποτέλεσμα, η ΤτΕ προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης της τάξης του 2% – 2,4%, υπό την προϋπόθεση διατήρησης της μακροοικονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. 

Μιλώντας για τις προκλήσεις ο κ. Στουρνάρας αναφέρει ότι οι κίνδυνοι που απορρέουν από το διεθνές περιβάλλον και τις γεωπολιτικές εξελίξεις παραμένουν, χωρίς ωστόσο να συνιστούν βασική απειλή για τη σταθερότητα της οικονομίας. Η πρόκληση για την οικονομική πολιτική είναι να διατηρήσει τη μεταρρυθμιστική ορμή, να ενισχύσει περαιτέρω τις επενδύσεις και να αξιοποιήσει τα θεμέλια που έχουν τεθεί, ώστε η πρόσφατη ανάκαμψη να μετατραπεί σε μακροχρόνια και βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία.

Η ανάπτυξη μετά το RRF

Ο διοικητής της ΤτΕ σημειώνει μεταξύ άλλων ότι η ελληνική οικονομία εισέρχεται στο 2026 έχοντας καταγράψει τα τελευταία χρόνια ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους από εκείνους της Ευρωζώνης, εξέλιξη που σηματοδοτεί μια ουσιαστική αλλαγή σε σχέση με την προηγούμενη δεκαετία. Τονίζει ότι η επίδοση αυτή δεν μπορεί να αποδοθεί σε συγκυριακούς παράγοντες, αλλά αντανακλά τη σταδιακή ενίσχυση των θεμελιωδών μεγεθών της οικονομίας, τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας στις διεθνείς αγορές. Τονίζει τον καθοριστικό ρόλο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) που λειτούργησε ως βασικός μοχλός ανάκαμψης και επιτάχυνσης των επενδύσεων και προσθέτει ότι το 2026 συνιστά έτος μετάβασης, καθώς η οικονομία καλείται να διατηρήσει τη δυναμική της σε ένα περιβάλλον σταδιακής ολοκλήρωσης του RRF και αυξημένων διεθνών αβεβαιοτήτων.

Παρότι το σύνολο των δανείων του RRF αναμένεται να έχει συμβασιοποιηθεί έως το τέλος του 2026, η επίδρασή τους στην οικονομία δεν θα περιοριστεί χρονικά σε εκείνη τη χρονιά. Οι εκταμιεύσεις προς τις επιχειρήσεις θα συνεχιστούν έως και το 2029, διατηρώντας ενεργή την επενδυτική δραστηριότητα και κινητοποιώντας πρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια. Με τον τρόπο αυτό, η μετάβαση στη μετα-RRF περίοδο αναμένεται να είναι σταδιακή και όχι απότομη, μειώνοντας τον κίνδυνο επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας.