Η ομάδα meteo του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) εξηγεί για ποιον λόγο αιθανόμαστε ότι υπάρχει περισσότερη ζέστη ή κάνει περισσότερο κρύο από αυτό που μας λένε οι μετρήσεις της θερμοκρασίας από τους μετεωρολογικούς σταθμούς.

Όπως αναφέρει,για την εκτίμηση της θερμοκρασίας που αισθανόμαστε χρησιμοποιείται η έννοια της αισθητής θερμοκρασίας η οποία αποτελεί μέτρο του πόσο ζέστη ή κρύο αισθάνεται ένας μέσος ενήλικας στο εξωτερικό περιβάλλον.

Στους μετεωρολογικούς σταθμούς, η θερμοκρασία μετριέται στο εσωτερικό ενός κλωβού ο οποίος προστατεύει το θερμόμετρο από την ηλιακή ακτινοβολία. Η αισθητή θερμοκρασία υπολογίζεται βάσει μαθηματικών μοντέλων (θερμικοί δείκτες). Συνδυάζει τη θερμοκρασία, την υγρασία, την ταχύτητα του ανέμου και συχνά και την ηλιακή ακτινοβολία για την εκτίμηση της αισθητής θερμοκρασίας και στη συνέχεια της θερμικής αίσθησης, δυσφορίας ή καταπόνησης που προκαλείται στον ανθρώπινο οργανισμό από το περιβάλλον του. Η αισθητή θερμοκρασία συνήθως υπολογίζεται σε βαθμούς Κελσίου οι οποίοι αντιστοιχίζονται σε μία κατηγορία της κλίμακας εκτίμησης θερμικής αίσθησης ή καταπόνησης του ανθρώπινου σώματος που υπάρχει για κάθε ένα θερμικό δείκτη ξεχωριστά.

Αισθητή θερμοκρασία με τη χρήση του θερμικού δείκτη Net Effective Temperature NET (◦C) και της αντίστοιχης κλίμακας εκτίμησης της θερμικής αίσθησης.

Η ομάδα ΜΕΤΕΟ/meteo.gr του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών (ΕΑΑ) πραγματοποίησε μελέτη για την εκτίμηση της αισθητής θερμοκρασίας τους χειμερινούς μήνες (Δεκέμβριο, Ιανουάριο και Φεβρουάριο) στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας. Στη μελέτη χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα του δικτύου αυτόματων μετεωρολογικών σταθμών του ΕΑΑ/ meteo.gr στην Αττική που λειτουργούν από το 2010 (Εικόνα 2). Πιο συγκεκριμένα, χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα από 14 σταθμούς του ΕΑΑ για τη χειμερινή περίοδο των ετών 2010 – 2021.

Μετεωρολογικοί σταθμοί δικτύου αυτόματων μετεωρολογικών σταθμών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών/ meteo.gr στην Αττική που λειτουργούν από το 2010 και από τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα για την εκτίμηση της αισθητής θερμοκρασίας τη χειμερινή περίοδο (Δεκέμβριο, Ιανουάριο, Φεβρουάριο) των ετών 2010 – 2021.

Για την εκτίμηση της αισθητής θερμοκρασίας και της θερμικής αίσθησης στην οποία αυτή αντιστοιχεί χρησιμοποιήθηκε ο θερμικός δείκτης ΝΕΤ (Νet Effective Temperature, °C). Ο ΝΕΤ υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη τη θερμοκρασία του αέρα, την υγρασία και την ταχύτητα του ανέμου και εκφράζει τη θερμική αίσθηση βάσει κλίμακας επτά κατηγοριών (Εικόνα 1).

Τα κύρια αποτελέσματα της μελέτης ήταν ότι:

  1. Στις περιοχές εκτός του λεκανοπεδίου Αττικής η αισθητή θερμοκρασία ήταν χαμηλότερη σε σύγκριση με τις περιοχές εντός του λεκανοπεδίου. Πιο συγκεκριμένα, η μέση ημερήσια ελάχιστη τιμή του δείκτη ΝΕΤ υπολογίστηκε 0,8◦C εκτός και 4,3◦C εντός του λεκανοπεδίου.
  1. Εντός του λεκανοπεδίου, η μέση ημερήσια ελάχιστη τιμή του ΝΕΤ κυμάνθηκε από 2,2◦C έως 5,9◦C (Πίνακας 1). Η χαμηλότερη τιμή σημειώθηκε στο Μαρούσι ενώ η υψηλότερη στο Φάληρο.
  1. Εκτός του λεκανοπεδίου, η μέση ημερήσια μέγιστη τιμή του ΝΕΤ κυμάνθηκε από -5,1◦C έως 3,5◦C. Η χαμηλότερη τιμή σημειώθηκε στον Διόνυσο ενώ η υψηλότερη στην Κάντζα.
  1. Σε όλες τις περιοχές εντός του λεκανοπεδίου, κατά τη διάρκεια των τριών χειμερινών μηνών εκτός από τα Πατήσια, τον Νέο Κόσμο και το Φάληρο, πάνω από το 50% των ωρών επικρατεί θερμική αίσθηση Κρύο ή Πολύ κρύο. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ωρών με Κρύο ή Πολύ κρύο βρέθηκε στο Μαρούσι (66,6%) και τo χαμηλότερο στο Φάληρο (38,7%) (Πίνακας 2).
  1. Σε όλες τις περιοχές εκτός του λεκανοπεδίου, το ποσοστό των ωρών με θερμική αίσθηση Κρύο ή Πολύ κρύο είναι μεγαλύτερο από το 60%. Το μεγαλύτερο ποσοστό ωρών με Κρύο ή Πολύ κρύο βρέθηκε στον Διόνυσο (93,6%) και το μικρότερο στην Κάντζα (61,5%).