Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου, η Ομάδα Εργασίας της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας (ΕΠΕ) για τη «Μελέτη διαταραχών αναπνοής στον ύπνο» στέλνει το μήνυμά της για την Υπνική Άπνοια.

«Μάθε για την Υπνική 'Απνοια. Συμβουλέψου τον Πνευμονολόγο σου για να σε παραπέμψει στο Ειδικό Ιατρείο Ύπνου» είναι το μήνυμά της. Στόχος της ΕΠΕ είναι να τονίσει τη σημασία που έχει η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας (ΑΥΑ) από τον ειδικό Ιατρό Ύπνου.

Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου: Αφιερωμένη στην ισότητα στον ύπνο

Η φετινή Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου είναι αφιερωμένη στην ισότητα στον ύπνο, καθώς κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα σε έναν επαρκή, αναζωογονητικό ύπνο, ανεξάρτητα από την κοινωνικο-οικονομική του κατάσταση, τις πολιτικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις, τις περιβαλλοντικές συνθήκες, τις διαπροσωπικές σχέσεις και τις ατομικές συμπεριφορές, διευκρινίζει η Γεωργία Τρακαδά MD, PhD, MSc, Καθηγήτρια Πνευμονολογίας με εξειδίκευση στην Ιατρική Ύπνου, Γενική Γραμματέας Ελληνικής Εταιρείας Υπνολογίας, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, Θεραπευτική Κλινική.

«Κατά τη διάρκεια της πανδημίας υπήρξε μια σημαντική επιδείνωση του ύπνου»

«Ο ύπνος είναι μια βασική ανθρώπινη ανάγκη και κάτι που πάντα χρειαζόμαστε για να λειτουργούμε στην καθημερινή ζωή. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας υπήρξε μια σημαντική επιδείνωση του ύπνου, καθώς πολλοί άνθρωποι εργάστηκαν από το σπίτι χάνοντας τη ρουτίνα ύπνου - εγρήγορσης, με αποτέλεσμα τα πρότυπα ύπνου να χειροτερεύουν συνολικά.

Ο σταθερός κύκλος ύπνου - εγρήγορσης, ειδικά όταν είναι προσαρμοσμένος στον χρονότυπο κάθε ατόμου (πρωινός ή βραδινός τύπος), έχει αποδειχθεί ότι οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα για την υγεία και αυξημένη μακροζωία», επισημαίνει η κα Τρακαδά.

Σύμφωνα με το Sleep Foundation | Better Sleep for a Better You, απαιτείται συγκεκριμένος χρόνος ύπνου (ώρες/24ωρο) σε κάθε ηλικία:

  • Νεογέννητα 0-3 μηνών 14-17 ώρες ● Βρέφη 4-11 μηνών 12-15 ώρες ● Νήπια 1-2 ετών 11-14 ώρες ● Παιδιά 3-5 ετών 10-13 ώρες ● Παιδιά 6-13 ετών 9-11 ώρες ● Έφηβοι 14-17 ετών 8-10 ώρες ● Νεαροί ενήλικες 18-25 7-9 ώρες ● Ενήλικες 26-64 ετών 7-9 ώρες και ● Ενήλικες 65+ 7-8 ώρες.

Το ένα τρίτο των ενηλίκων στις ΗΠΑ αναφέρει ότι συνήθως κοιμάται λιγότερο από τη συνιστώμενη διάρκεια. Επίσης, το 37% δηλώνει ότι κοιμήθηκε χειρότερα εντός του 2023, σε σχέση με προηγούμενα έτη.

Η σιωπηλή πανδημία της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας (ΑΥΑ)

Η Αποφρακτική Υπνική 'Απνοια (ΑΥΑ) στον Ύπνο είναι η πιο συνηθισμένη διαταραχή του ύπνου. Πρόκειται για ένα χρόνιο νόσημα που χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα επεισόδια ολικής ή μερικής απόφραξης του ανώτερου αεραγωγού κατά τη διάρκεια του ύπνου, με αποτέλεσμα την υποξυγοναιμία και τις αφυπνίσεις που προκαλούν κατακερματισμό του ύπνου, όπως εξηγεί ο Συντονιστής της Ομάδας Εργασίας της ΕΠΕ Πέτρος Μπακάκος, Καθηγητής Πνευμονολογίας, Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ. «Είναι πολύ συχνό στον γενικό πληθυσμό. Η συχνότητά του είναι παρόμοια με αυτή του Σακχαρώδη Διαβήτη, ωστόσο υποδιαγιγνώσκεται σε μεγάλο βαθμό αφού υπολογίζεται ότι το 85% των πασχόντων είναι μη διαγνωσμένοι. Το Σύνδρομο 'Απνοιας στον Ύπνο ευθύνεται για σοβαρή νοσηρότητα (κυρίως από το καρδιαγγειακό) και πρώιμη θνητότητα. Προκαλεί υπνηλία, που μπορεί να οδηγήσει σε ατυχήματα (στον χώρο εργασίας, τροχαία κλπ.), μειωμένη παραγωγικότητα και κοινωνική απομόνωση».

Υπολογίζεται ότι περίπου ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι παγκοσμίως πάσχουν από ΑΥΑ. Ειδικότερα, ο ένας στους δύο άνδρες και μία στις τέσσερεις γυναίκες μπορεί να εμφανίζουν ΑΥΑ, ενώ τα ποσοστά εξισώνονται μετά την εμμηνόπαυση. Παρ' όλα αυτά, μόνο το 20% των ανθρώπων γνωρίζει την ΑΥΑ.

Οι πάσχοντες από ΑΥΑ ροχαλίζουν κατά 80%

Οι πάσχοντες από ΑΥΑ, κυρίως οι άνδρες, ροχαλίζουν κατά το 80%. Το 70% των πασχόντων εμφανίζουν παρατηρημένες διακοπές της αναπνοής στη διάρκεια του ύπνου και το 40% αναφέρουν σοβαρή ημερήσια υπνηλία, ιδίως οι γυναίκες. Ο ένας στους δύο ή τρεις με ΑΥΑ αναφέρει συμπτώματα αϋπνίας, ειδικά οι γυναίκες, ενώ όσοι πάσχουν από ΑΥΑ διατρέχουν μιάμιση φορά μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης νυχτερινής συχνουρίας.

Η ΑΥΑ αυξάνει τον κίνδυνο τροχαίου ατυχήματος κατά 2 έως 3 φορές περισσότερο συγκριτικά με τους μη πάσχοντες, επισημαίνει η Υπεύθυνη της Ομάδας Εργασίας της ΕΠΕ Κατερίνα Βλάμη, MD MSc. MPH, ESRS Somnologist, Διευθύντρια ΕΣΥ Πνευμονολογίας, Υπεύθυνη Μονάδας Μελέτης Ύπνου, Β' ΠΠΚ, ΠΓΝ ΑΤΤΙΚΟΝ. «Ο ένας στους δύο νοσηλευόμενους με έμφραγμα, αρρυθμία, καρδιακή ανεπάρκεια, έχουν προηγούμενη αδιάγνωστη ΑΥΑ, ενώ στο 70% των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή και στο 80% των ασθενών με συστηματική αρτηριακή υπέρταση ανθεκτική στα φάρμακα, υποκρύπτεται ΑΥΑ. Πάνω από ένας στους δύο με προδιαβήτη υποκρύπτει ΑΥΑ, ενώ σε ασθενείς με σοβαρή ΑΥΑ είναι κατά 30% αυξημένος ο κίνδυνος εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη. Πάσχοντες από ΑΥΑ διατρέχουν τριπλάσιο σχετικό κίνδυνο να εμφανίσουν αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο. Τέλος, ο κίνδυνος εμφάνισης άνοιας στις μεγάλες ηλικίες είναι μιάμιση φορά μεγαλύτερος συγκριτικά με τους μη έχοντες ΑΥΑ, ενώ σε πάσχοντες από γνωσιακές διαταραχές υπάρχει τριπλάσια πιθανότητα ύπαρξης ΑΥΑ».

Οι κύριοι παράγοντες εμφάνισης ΑΥΑ

Στους κύριους παράγοντες κινδύνου εμφάνισης ΑΥΑ συγκαταλέγονται η μεγάλη ηλικία, το ανδρικό φύλο και η παχυσαρκία. Όσο αυξάνεται η παχυσαρκία, η συχνότητα της ΑΥΑ εκτοξεύεται από το 3,6% στους έχοντες ιδανικό σωματικό βάρος, στο 60% στους άνδρες 50-70 ετών με νοσογόνο παχυσαρκία. Το 86% των παχύσαρκων διαβητικών ασθενών εμφανίζει ΑΥΑ. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ακόμη και περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν συσχετιστεί με την ΑΥΑ: για παράδειγμα, αύξηση του διοξειδίου του αζώτου (ΝΟ2) στον ατμοσφαιρικό αέρα κατά 10 ppb αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης της ΑΥΑ κατά 40%.

Η ΑΥΑ έχει οικονομικές επιπτώσεις εξαιτίας της ανάγκης για υπηρεσίες υγείας, αλλά και από τη μειωμένη εργασιακή απόδοση του πάσχοντος. Το κόστος της αδιάγνωστης ΑΥΑ υπολογίστηκε ότι ανέρχεται σε 150 δισ. δολάρια στις ΗΠΑ. Οι αδιάγνωστοι ασθενείς με ΑΥΑ κοστίζουν στο υγειονομικό σύστημα μιας χώρας δύο φορές περισσότερο συγκριτικά με τους υγιείς. Μετα-ανάλυση έδειξε ότι κατά το έτος 2000, το προκύπτον οικονομικό κόστος από 800.000 τροχαία ατυχήματα που στοίχισαν 1.400 ζωές, με εμπλεκόμενους οδηγούς με ΑΥΑ, ανέρχεται, προσαρμοσμένο στο 2020, σε 24 δισ. δολάρια.

Ως αποτέλεσμα των διαθέσιμων στοιχείων και της γνώσης των κινδύνων που σήμερα πλέον έχουμε σχετικά με την ΑΥΑ, η Ομάδα Εργασίας «Μελέτη διαταραχών αναπνοής στον ύπνο» καταλήγει στο γενικό συμπέρασμα ότι «υπάρχει αυξημένη ανάγκη ενημέρωσης του γενικού πληθυσμού και ανάληψης μέτρων από τους εμπλεκόμενους υγειονομικούς και πολιτικούς φορείς για την ΑΥΑ».