Οδύνη, οργή, αγωνία, πένθος είναι τα συναισθήματα που εκφράζουν πέντε κάτοικοι από το Μάτι, μέσα στα γράμματά τους που δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα «Τα Νέα Σαββατοκύριακο».

Σχεδόν δύο μήνες από τη μαύρη Δευτέρα της 23ης Ιουλίου και ενώ ο κατάλογος των θυμάτων ανέρχεται ήδη στους 99, οι πέντε κάτοικοι γράφουν για όσα έζησαν προσπαθώντας να γλιτώσουν και τονίζουν ότι θα δώσουν αγώνα για να ξαναζωντανέψει το Μάτι.

Βιασμός της ψυχής

«Την ημέρα της φωτιάς, στις 12:30 έβγαζα φωτογραφία τις μικρές στο σαλόνι στα ριξάλ που μόλις είχα φτιάξει», θυμάται η Ρενάτα Κωνσταντίνου από την Αμπελούπολη. «Και ύστερα από πέντε ώρες όλα στάχτη.

Ούτε φωτογραφία των παιδικών μου χρόνων δεν έχω. Βανδαλισμός. Βιασμός της ψυχής. Ξεριζωμός. Δε θα το χωρέσει ο νους μου, όσα χρόνια κι αν περάσουν. Ποτέ!», τονίζει.

Σκηνές από την Κόλαση

«Μια μέρα που δεν θα ξεχάσουμε ποτέ και με έκανε να τρέχω πανικόβλητος», χαρακτηρίζει ο Βασίλης Κανελλόπουλος κάτοικος της οδού Κύπρου 40 στο Μάτι, την 23η Ιουλίου. Και συνεχίζει γράφοντας: «Μας ξέχασε ο άνεμος, η πολιτεία, όλοι… Τόσα αθώα θύματα, τόσα παιδάκια γιατί δε βρέθηκε ένας ικανός άνθρωπος να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, να πάρει μια απόφαση όταν χρειαζόταν».

Εκρήξεις, κλάματα, φωνές

«Τέσσερις το μεσημέρι και ενώ έχω ανοιχτή την μπλακονόπορτα αντιλαμβάνομαι μυρωδιά καπνού», θυμάται η Τατιάνα Ισακίδου, κάτοικος της οδού Ποδειδώνος 45 στο Μάτι.

«Λεπτά αργότερα λαμβάνω μήνυμα από φίλη στη Ραφήνα που με ενημερώνει για τη φωτιά στην Καλλιτεχνούπολη. Τρέχω στην ταράτσα. Βλέπω τους καπνούς. Η ώρα πλησιάζει έξι παρά είκοσι αλλά η φωτιά είναι ακόμα στον Βουτζά. Όμως, ταχύτητα, στάχτη αρχίζει να αιωρείται. Ξυπνάω τα παιδιά, μαζεύω πράγματα, παίρνω τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Οι φλόγες έγλειφαν το μπαλκόνι. ‘Θεέ μου, τα παιδιά μου’, σκέφτομαι.

Παίρνω βρεγμένες πετσέτες, αρπάζω τα παιδιά και τρέχουμε προς τη θάλασσα. Η ορατότητα μηδενική, ο καπνός ασφυκτικός και εμείς μπαίνουμε ολοένα και πιο βαθιά για ανάσες, για λίγη ζωή», προσθέτει η κ. Ισακίδου.