Η υποψηφιότητα του Γιώργου Παπανδρέου δημιουργεί νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό. Μία ενδεχόμενη και πιθανή εκλογή του θα αλλάξει τις ισορροπίες, με δεδομένο ότι τα κόμματα θα προσέλθουν στην εκλογική μάχη, έχοντας μπροστά τους τη δύσκολη εξίσωση της απλής αναλογικής. 

Μπορεί τα επιτελεία των δύο κομμάτων εξουσίας να βγάζουν προς τα έξω μια υπέρμετρη αυτοπεποίθηση στη λογική του «σιγά δεν έγινε και τίποτα», όμως τα πράγματα είναι πιο σύνθετα από ότι πραγματικά φαίνονται. 

Τα πρόσωπα που ασχολούνται με τη στρατηγική και την επικοινωνία χρειάζεται να ασχοληθούν πιο σοβαρά με την επόμενη μέρα, αν δεν το κάνουν ήδη, ειδικά στην περίπτωση που ο πρώην Πρωθυπουργός εκλεγεί ξανά στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ.  

Λαμβάνοντας υπόψη τα πολιτικά χαρακτηριστικά του κ. Παπανδρέου και την πιθανή κατεύθυνση που θα ακολουθήσει αμέσως μετά, μπορεί κανείς να βάλει στο τραπέζι της συζήτησης τρία ή τέσσερα σημαντικά στοιχεία που επηρεάζουν τις εξελίξεις.

Για τη Νέα Δημοκρατία, η εκλογή Παπανδρέου καθιστά το μεγάλο στόχο της Αυτοδυναμίας μονόδρομο, καθώς ο ίδιος δεν θα ήταν ποτέ διατεθειμένος να συμπράξει με τη «συντηρητική παράταξη» σε μία μελλοντική Κυβέρνηση συνεργασίας. 

Δηλαδή, η κυβερνητική παράταξη δεν μπορεί να αναζητήσει έναν αξιόπιστο εταίρο στην Κεντροαριστέρα, γιατί ακόμη κι αν διασπαστεί ένα κομμάτι της, πρέπει να καταγράψει ένα συγκεκριμένο ποσοστό για την είσοδο στη Βουλή. 

Από την άλλη πλευρά, μια συμμαχία με το κόμμα του κ. Βελόπουλου δείχνει απαγορευτική, καθώς θα «χαλάσει» το αφήγημα του Κυριάκου Μητσοτάκη και ενδέχεται να οδηγήσει ένα ποσοστό των εκσυγχρονιστών σε επαναπατρισμό. 

Για τον κ. Αλέξη Τσίπρα, η επικράτηση του κ. Παπανδρέου σηματοδοτεί έναν νέο σκληρό ανταγωνισμό με το ΠΑΣΟΚ, καθώς εκείνος μπορεί να προκαλέσει ρήγμα στον ΣΥΡΙΖΑ και να προσελκύσει ψηφοφόρους με αντιδεξιά χαρακτηριστικά που είχαν φύγει από το Κίνημα, δυσαρεστημένοι και από τη συγκυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-Νέας Δημοκρατίας την περίοδο 2012-2015. 

Άλλοι ερμηνεύουν την εξέλιξη αυτή ως μια ευκαιρία για τη δημιουργία μιας ισχυρής συνεργασίας με φόντο τις επόμενες Εκλογές. Οι δύο συγκεκριμένοι πόλοι θα μπορούσαν υπό προϋποθέσεις να επιδιώξουν τη σχηματοποίηση ενός ενιαίου ψηφοδελτίου. 

Ωστόσο, το ζητούμενο είναι ποιος θα έχει τον πρώτο λόγο, καθώς μια πιθανή συσπείρωση των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ στο άμεσο μέλλον και μια δημοσκοπική ανάκαμψη του κόμματος μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα και να φέρουν το ΚΙΝΑΛ σε θέση ισχύος. 

Εκτός των άλλων, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και μια άλλη παράμετρος, ότι δηλαδή η σκληρή κομματική βάση του ΠΑΣΟΚ απορρίπτει διαρρήδην μια συνεργασία με τον κ. Τσίπρα.     

Στο ΠΑΣΟΚ αναζητούν μέσα από αυτή τη διαδικασία μια ευκαιρία να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για ένα δυναμικό come back του χώρου, σε μία χρονική συγκυρία που η σοσιαλδημοκρατία στην Ευρώπη φαίνεται να κερδίζει έδαφος. 

Το εγχείρημα δεν είναι απλό, ωστόσο η αλλαγή ηγεσίας και η απουσία ισχυρής εναλλακτικής από τον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να οδηγήσουν σε αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού με το ΠΑΣΟΚ να διεκδικεί ένα πιο αναβαθμισμένο ρόλο, στο πιο αισιόδοξο σενάριο αντίστοιχο με εκείνο του παρελθόντος, ως ο ένας εκ των δύο βασικών πυλώνων της αστικής δημοκρατίας στη χώρα.