Η αιματοχυσία και η ανθρωπιστική τραγωδία στην Ουκρανία, που τυπικά ξεκίνησαν με τη Ρωσική εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου συνεχίζονται. Σε πρώτη αποτίμηση συνάγονται ορισμένα θεμελιώδη συμπεράσματα. Κατ΄ αρχήν ο Ουκρανικός στρατός και η Ουκρανική Άμυνα, αποδείχτηκαν ανθεκτικότερες από τις αρχικές προβλέψεις.

Έτσι και ενώ διάφορες αναλύσεις, προδιέγραφαν την πτώση του Κιέβου εντός 96 ωρών, έχουν πλέον παρέλθει εβδομάδες και οι υπερασπιστές του καλά κρατούν. Αποδεικνύεται ότι οι σχεδιασμοί επί χάρτου μικρή αξία έχουν σε σχέση με τις πραγματικές συνθήκες πολέμου στα πεδία των μαχών, τις καιρικές παραμέτρους και το φρόνημα των εμπλεκομένων. Στην προκείμενη περίπτωση σε συνθήκες Αρκτικού ψύχους οι Ουκρανοί αμύνονται υπέρ βωμών και εστιών. Είναι ένας εκρηκτικός συνδυασμός, που δεν μπορεί να κατανικηθεί με απλή εμφάνιση σημαίας και επίδειξη δύναμης από οποιονδήποτε εισβολέα.

Αλλά και σε επίπεδο αριθμών. Οι Ρωσικές δυνάμεις που είχαν συγκεντρωθεί και συμμετέχουν στις πολεμικές επιχειρήσεις, ανέρχονται κατά τις εκτιμήσεις σε 150.000. Και είναι διασπασμένες σε τρία μέτωπα. Την ίδια στιγμή, με βάση τις αρχικές εκτιμήσεις οι Ουκρανοί έχουν να αντιπαρατάξουν ένα στράτευμα που αριθμεί σε 220.000 στρατιώτες, όπως επίσης και 140.000 εφέδρους, σε πλήρη ανάπτυξη των λεγομένων δυνάμεων αμύνης (territorial defense forces). Η αεροπορική υπεροπλία και τα προηγμένα οπλικά συστήματα, παρέχουν αναμφισβήτητα πλεονεκτήματα, αλλά δεν επαρκούν αφεαυτά για την επικράτηση επί του εδάφους.

Θετικό σημείο, στις εξελίξεις η κατ’ αρχήν διαπίστωση μέσα από τον έμμεσο σε επίπεδο κορυφής διάλογο και τις άμεσες διαπραγματεύσεις των Υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών, ότι υπάρχουν σημεία επαφής για τη διευθέτηση της κρίσης. Οι λεγόμενες τέσσερις προτάσεις των Ρώσων, σίγουρα χρήζουν διευκρινήσεων, αλλά δίνουν και το περιθώρια διαπραγματεύσεων και παραχωρήσεων.

Σε σχέση κατ΄ αρχήν με την έκταση των αυτόνομων περιοχών, για τις οποίες οι Ουκρανοί εύλογα μπορούν να αξιώσουν να περιοριστούν στα τμήματα των επαρχιών που ήλεγχαν οι αυτονομιστές κατά την έναρξη της εισβολής και να μην καλύψουν το σύνολο των επαρχιών Ντονέτσκ και Λουχάνγκσκ.

Από την άλλη η αξίωση των Ρώσων για Συνταγματικά προβλεπόμενη ουδετερότητα της Ουκρανίας και μη ένταξή της σε διεθνείς συνασπισμούς, είναι πεδίο που μπορεί να τύχει λειτουργικής προσαρμογής. Θα είναι επιτυχία για τους Ουκρανούς να συμφωνήσουν ότι η ουδετερότητα αυτή δε θα αφορά το ενδεχόμενο ένταξης ή απόκτησης μιας ειδικής σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σε κάθε περίπτωση από τις Ιδρυτικές Συνθήκες της Ένωσης προβλέπεται η δυνατότητα για ένα κράτος μέλος να μη συμμετάσχει στις πολιτικές Άμυνας και Ασφάλειας. Εγγυήσεις κατά τούτο ουδετερότητας μπορούν να διασφαλιστούν. Θα είναι και μια δικαίωση των Ουκρανών που εξεγέρθηκαν το 2013 επιζητώντας τη στενότερη πρόσδεση της Ουκρανίας με την Ευρώπη της Ανάπτυξης και της Προόδου. Η ενδεχόμενη αναγνώριση της Ρωσικής κυριαρχίας στην Κριμαία, δημιουργεί από την άλλη αρνητικό προηγούμενο νομιμοποίησης τετελεσμένων. Μια εξέλιξη ιδιαίτερα προβληματική για τα εθνικά μας συμφέροντα.

Η εμφανής κριτική τοποθέτηση του Προέδρου Ζελένσκι τις τελευταίες μέρες έναντι της Δύσης και του ΝΑΤΟ, σε επίπεδο εντυπώσεων, του παρέχει τον χώρο για ελιγμούς και εξεύρεση διευθετήσεων με τους Ρώσους. Αν κατά τούτο έχουν ληφθεί οι σχετικές αποφάσεις, πρέπει η διαδικασία να επισπευσθεί το συντομότερο.

Κάθε καθυστέρηση, συνεπάγεται πρόσθετη άσκοπη, εάν έχει προδιαγραφεί λύση, αιματοχυσία και βασανισμό των αμάχων. Η φρίκη της επίθεσης σε μαιευτήριο, είναι μια ακόμα απίδειξη των όσων ανήκουστων μπορούν να διαπραχθούν και τα οποία συνιστούν εγκλήματα πολέμου. Είναι ευθύνη του επιτιθέμενου να αποδείξει τους όποιους αντίθετους ισχυρισμούς του.

Η πολυβασανισμένη Ουκρανία εν τω μεταξύ δεν μπορεί να περιμένει. Και πολύ περισσότερο οι άμαχοί της, που βιώνουν την προσωπική τους τραγωδία, σε έναν πόλεμο που δεν έπρεπε ποτέ να είχε γίνει.