Η Γερμανία, όπου το ντονέρ - κεμπάπ θεωρείται εθνικό street food, αντιμετωπίζει τον κίνδυνο ανατιμήσεων και ελλείψεων, καθώς οι εργαζόμενοι σε βασικό εργοστάσιο παραγωγής βρίσκονται σε μακρά διαμάχη με την εργοδοσία.
Το ζουμερό και πικάντικο κεμπάπ σε πίτα που βρίσκεται σχεδόν σε κάθε γωνιά της Γερμανίας, κινδυνεύει να γίνει ακριβότερο ή –ακόμη χειρότερα– να μην είναι διαθέσιμο. Παρότι οι φόβοι αυτοί μπορεί να ακούγονται υπερβολικοί, δεν είναι αβάσιμοι.
Στο εργοστάσιο Birtat Meat World SE, ένα από τα μεγαλύτερα της χώρας, οι εργαζόμενοι δίνουν εδώ και εβδομάδες σκληρή μάχη για αυξήσεις και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Με επαναλαμβανόμενες «προειδοποιητικές απεργίες», διεκδικούν αύξηση 375 ευρώ τον μήνα και συλλογική σύμβαση εργασίας. Σύμφωνα με το συνδικάτο Τροφίμων, Ποτών και Εστίασης που τους εκπροσωπεί, η μισθολογική πολιτική της εταιρείας είναι αδιαφανής και παρατηρούνται μεγάλες αποκλίσεις αμοιβών για την ίδια εργασία.
Η πλειονότητα των εργαζομένων είναι μετανάστες από την Τουρκία, τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία, οι οποίοι εργάζονται πολλές ώρες καθημερινά σε περιβάλλον με θερμοκρασίες κοντά στο μηδέν για να διατηρείται το κρέας φρέσκο. Την περασμένη εβδομάδα, δεκάδες εργαζόμενοι συγκεντρώθηκαν μπροστά στην πύλη του εργοστασίου, με σημαίες, τύμπανα και σφυρίχτρες, φωνάζοντας συνθήματα για υψηλότερους μισθούς και κατοχυρωμένες συμβάσεις. Η εταιρεία, μέχρι στιγμής, δεν έχει ικανοποιήσει τα αιτήματα.
Το εργοστάσιο, που εδρεύει στο Murr, περίπου 30 χλμ. βόρεια της Στουτγάρδης, λειτουργεί πάνω από τρεις δεκαετίες και παράγει σούβλες από μοσχαρίσιο, μοσχαρίσιο με κιμά, κοτόπουλο ή γαλοπούλα, με βάρος που μπορεί να φτάσει τα 120 κιλά. Από εκεί, τα προϊόντα καταψύχονται και διανέμονται σε χιλιάδες σουβλατζίδικα και fast food σε όλη τη χώρα, εξυπηρετώντας περισσότερους από 13 εκατομμύρια καταναλωτές μηνιαίως.
Πολλοί ιδιοκτήτες καταστημάτων προειδοποιούν ότι, αν οι απεργίες συνεχιστούν για μεγάλο διάστημα, οι τιμές θα αυξηθούν ή το προϊόν θα εκλείψει από την αγορά. Ήδη οι Γερμανοί καταναλωτές παραπονιούνται ότι η τιμή του ντονέρ –που πριν 20 χρόνια κόστιζε περίπου 2,50 ευρώ– έχει πλέον φτάσει τουλάχιστον τα 7 ευρώ, με κάποιες περιπτώσεις να ξεπερνούν ακόμη και τα 8,50 ευρώ.
Στο μικρό κατάστημα Pergamon Döner στον σταθμό Friedrichstrasse του Βερολίνου, ο 68χρονος Τούρκος μετανάστης Χαλίλ Ντουμάν, που εργάζεται σε καταστήματα ντονέρ εδώ και τρεις δεκαετίες εξηγεί: «Τα πράγματα γίνονται όλο και πιο δύσκολα. Οι πρώτες ύλες ακριβαίνουν και το κέρδος είναι ελάχιστο. Αν ανεβάσουμε κι άλλο τις τιμές, ο κόσμος δεν θα αγοράζει».
Η ιστορία του ντονέρ στη Γερμανία
Το ντονέρ, ή döner, έχει τις ρίζες του στην Τουρκία – η λέξη προέρχεται από το ρήμα «dönmek», που σημαίνει «γυρίζω» – και ήρθε στη Γερμανία τη δεκαετία του 1970 μέσω των Τούρκων μεταναστών. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Μαχμούτ Αϊγκούν, Τούρκος γκασταρμπάιτερ (οικονομικός μετανάστης), δημιούργησε το πρώτο σάντουιτς ντονέρ το 1971 στο Δυτικό Βερολίνο, βάζοντας το κρέας σε πίτα με σάλτσα γιαουρτιού. Σήμερα, πωλείται παντού, από τη Βαλτική μέχρι τις Άλπεις, και πολλοί τουρίστες το θεωρούν τυπικό γερμανικό έδεσμα, αγνοώντας την ιστορία του.
Για την 22χρονη φοιτήτρια Νέλε Λάνγκφελντ, που περίμενε στην ουρά για το μεσημεριανό της, η πιθανότητα έλλειψης ή νέων αυξήσεων δεν είναι καλή είδηση. «Ζω με περιορισμένο προϋπολογισμό και το ντονέρ είναι το μόνο γεύμα που με χορταίνει και παραμένει σχετικά προσιτό – πρέπει να μείνει έτσι», λέει.
Ντόναλντ Τραμπ: Ποια πασίγνωστη ηθοποιός αποκάλυψε ότι της ζήτησε ραντεβού αφού πήρε διαζύγιο
Υγειονομικός συναγερμός στην Ιταλία: Τρεις νεκροί από αλλαντίαση σε Καλαβρία και Σαρδηνία
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις