Από τις 24 Φεβρουαρίου ο κόσμος μας έχει αλλάξει. Η ιδέα ότι τα σύνορα μιας ανεπτυγμένης ευρωπαϊκής χώρας μπορούν να χαραχτούν από την αρχή, αν το επιθυμήσει κάποιος ισχυρότερος, έχει επιστρέψει έπειτα από πολλές δεκαετίες, η Γερμανία και η Ιαπωνία έχουν απομακρυνθεί από τις ήπιες πολιτικές κατευνασμού της Ρωσίας και έχουν στραφεί στις κυρώσεις και τον εξοπλισμό. Σε όλο τον κόσμο, συμμαχίες αλλάζουν χαρακτήρα και περιεχόμενο, αναζητούν δύσκολες ισορροπίες ή ξαναφτιάχνονται από την αρχή. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το μέλλον του πλανήτη μετά το τέλος του πολέμου;
Ρωσία και Κίνα
Μπορεί η κίνηση του Πούτιν να έφερε πιο κοντά την μέχρι πριν λίγο καιρό αρκετά διασπασμένη Δύση, αποτελεί, όμως, και την αρχή μιας ακόμη στενότερης σχέσης Ρωσίας-Κίνας, που μακροπρόθεσμα μπορεί επίσης να επηρεάσει σημαντικά τη γεωπολιτική σκακιέρα. Ήδη ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, έχει δηλώσει ότι ο νέος παγκόσμιος ανταγωνισμός θα αφορά τις δημοκρατίες από τη μία και τα απολυταρχικά κράτη από την άλλη – και πέραν των κοινών τους πολιτικών χαρακτηριστικών, οι δυο χώρες μοιράζονται επίσης φιλοδοξίες και σύνορα.
Η θέση της Ρωσίας και της Κίνας στον χάρτη ουσιαστικά συνεπάγεται ότι εφόσον διατηρούν καλές σχέσεις μεταξύ τους, δεν χρειάζεται να ανησυχούν για ένα τεράστιο μέρος των συνόρων τους στη διάρκεια των δυνητικών τους επιθέσεων σε άλλα κράτη. Ταυτόχρονα, ο Economist παραθέτει τρεις γεωπολιτικές θεωρίες που αναδεικνύουν τη βαρύτητα της συγκεκριμένης συμμαχίας.
Η πρώτη είναι εκείνη της «ενδοχώρας», την οποία διατύπωσε το 1904 ο Χάλφορντ Μάκιντερ. Ο Μάκιντερ υποστήριξε ότι όποιος ελέγχει την καρδιά της Ευρασίας, δηλαδή την περιοχή από τον Αρκτικό Ωκεανό μέχρι και τα Ιμαλάια, είναι σε θέση να ελέγχει τον κόσμο. Μια άλλη θεωρία, εκείνη του Άλφρεντ Τάιερ Μάχαν, λέει ότι η παγκόσμια εξουσία περνά από τον έλεγχο των εμπορικών θαλάσσιων γραμμών. Από τη δική του πλευρά, ο Νίκολας Σπίκμαν, υποστήριξε το 1942 ότι δεν είναι η ενδοχώρα που έχει σημασία, αλλά η περίμετρος. Τόνιζε ότι όποιος ελέγχει τη ναυτιλιακή γραμμή της Μεσογείου, νότια των Ιμαλαΐων και διαμέσου της Νοτιοανατολικής Ασίας μέχρι την Ιαπωνία είχε τα «κλειδιά» της παγκόσμιας ισχύος.
Και σε πολλές περιοχές της περιμέτρου, από την Τουρκία μέχρι το Ισραήλ, τις πετρελαιοπαραγωγούς μοναρχίες του Κόλπου και τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας συνδέονται με τη Ρωσία. Η Συρία, όπως ήταν αναμενόμενο, πήρε και ανοιχτά το μέρος του Πούτιν.
Ο ρόλος της Ινδίας
Ως πλέον αναποφάσιστη ο Economist χαρακτηρίζει την Ινδία, η οποία όμως αναγνωρίζει ότι βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση – και είναι αξιοσημείωτο ότι ψήφισε «παρών» στο ψήφισμα του ΟΗΕ που καταδίκαζε τη ρωσική εισβολή. Η σχέση της με τη Ρωσία σχετίζεται μεταξύ άλλων και με το γεγονός ότι εκείνη είναι που την προμηθεύει με όπλα, ενώ παράλληλα ενισχύει το αίσθημα ασφάλειά της απέναντι στην Κίνα, με την οποία καταγράφηκε σειρά θερμών επεισοδίων το 2020.
Ταϊβάν
Αν στην Ελλάδα οι εξελίξεις στην Ουκρανία συνοδεύτηκαν από την πρώτη στιγμή από αναλύσεις για τον τουρκικό αναθεωρητισμό, το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη έστρεψε το βλέμμα του στην Ταϊβάν, την οποία η Κίνα επιθυμεί διακαώς να προσαρτήσει. Οι εξελίξεις στην Ουκρανία ενδέχεται να βοηθήσουν τον Σι Τζινπίνγκ να πάρει τις αποφάσεις του.
Οι δυτικοί ελπίζουν ότι οι κυρώσεις και οι στρατιωτικές δυσκολίες του Πούτιν θα κάνουν τον Σι να το ξανασκεφτεί, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση Μπάιντεν φροντίζει να υπενθυμίζει στους συμμάχους της στην περιοχή της Ασίας-Ειρηνικού ότι δεν ξεχνά την Ασία για τα μάτια της Ευρώπης.
Άνοιγμα Σουβάλκι
Ίσως η πιο αξιοσημείωτη στροφή αφορά τη Γερμανία που για πρώτη φορά μετά την ήττα της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποφάσισε να δημιουργήσει έναν ισχυρό δικό της στρατό. Ταυτόχρονα, ο Σολτς εγκατέλειψε τη λεγόμενη Ostpolitik την οποία ακολουθούσε η χώρα του από τη δεκαετία του ’70, που στόχευε στην προσέγγιση της Ρωσίας μέσω των οικονομικών δεσμών.
Ένας από τους κυριότερους λόγους για αυτή τη στροφή, αναφέρει ο Economist, είναι το «άνοιγμα Σουβάλκι», ένα στενό πέρασμα που αποτελεί τη μόνη χερσαία διαδρομή που ενώνει τις χώρες της Βαλτικής με τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ. Στα δυτικά αυτού του περάσματος βρίσκεται το Καλίνινγκραντ, το ρωσικό εξκλάβιο, και στα ανατολικά η Λευκορωσία. Πράγμα που σημαίνει ότι σε περίπτωση που η Ρωσία καταλάμβανε τη συγκεκριμένη περιοχή, η νατοϊκή υπεράσπιση της Λιθουανίας, της Λετονίας και της Εσθονίας θα γινόταν πολύ πιο δύσκολη υπόθεση.
Πυρηνικά
Προφανώς, αυτό που έχει δημιουργήσει τους πιο σκοτεινούς φόβους στην ανθρωπότητα είναι η επαναφορά της πυρηνικής απειλής. Αν και προς το παρόν δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι αναφορές και οι υπόνοιες του Πούτιν είναι κάτι περισσότερο από αναβάθμιση της ρητορικής, η τελευταία είναι επικίνδυνη από μόνη της.
Οι εξελίξεις αυτές ενδέχεται να μη βοηθήσουν τα σχέδια του Μπάιντεν για έλεγχο των εξοπλισμών. Μέχρι το 2030, η Κίνα αναμένεται να έχει αυξήσει τους πυρηνικούς πυραύλους της από «περίπου 200» σε 1.000 ή περισσότερους, σύμφωνα με τις ΗΠΑ, ενώ ο Σίνζο Άμπε της Ιαπωνίας πρόσφατα δήλωσε ότι η χώρα του πρέπει να σκεφτεί σοβαρά την τοποθέτηση αμερικανικών πυρηνικών στα εδάφη της. Το τελευταίο θα αποτελούσε κατάργηση των τριών αρχών της χώρας για τα πυρηνικά: Δεν φτιάχνουμε πυρηνικές βόμβες, δεν έχουμε στην κατοχή μας πυρηνικές βόμβες και δεν επιτρέπουμε την τοποθέτηση πυρηνικών βομβών στη χώρα μας.
Ουκρανία
Οι εξελίξεις στην ίδια την Ουκρανία θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το γεωπολιτικό μέλλον του πλανήτη. Μια πληγωμένη αλλά νικήτρια Ρωσία ίσως αισθανθεί ότι έχει τη δύναμη στο μέλλον να στραφεί κατά του ΝΑΤΟ. Μια Ρωσία που ταλαιπωρείται από το ουκρανικό αντάρτικο, ίσως θελήσει να χτυπήσει εκείνους που εξοπλίζουν υπογείως τους αντάρτες. Μια Ρωσία που προσπαθεί να ρίξει τον αρχηγό της, θα χαρακτηρίζεται από αστάθεια.
Τα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, εξηγεί στον Economist ο Τόμας Ράιτ, του Ινστιτούτου Brookings, ήταν γεμάτα κίνδυνο, μέχρι που τελικά ο κατευνασμός έκανε την κατάσταση προβλέψιμη. Τώρα, «βρισκόμαστε στην αρχή μια νέας εποχής και οι αρχές μπορούν να γίνουν επικίνδυνες».