Για τους στόχους της Χαμάς πίσω από την επίθεση που εξαπέλυσε χθες στο Ισραήλ και την πολεμική κλιμάκωση που ακολούθησε γράφει ο Peter Beaumont στον Guardian, με το κύριο ερώτημα να είναι, το τι ήθελαν να επιτύχουν οι ισλαμιστές και Παλαιστίνιοι ξεκινώντας αυτόν τον πόλεμο.

Όπως σημειώνεται, η Χαμάς γνωρίζει πολύ καλά τις δυνατότητές της και κατ επέκταση αντιλαμβάνεται πως είναι από δύσκολο έως ακατόρθωτο τα όποια εδάφη καταλαμβάνει να τα διατηρήσει κιόλας.

Ακόμη και όταν ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου ανακοίνωσε ότι το Ισραήλ βρίσκεται σε πόλεμο με τη Χαμάς και τις άλλες φατρίες της Γάζας, είναι σημαντικό να γίνει ταναοητό τι δεν περιελάμβαναν οι στρατιωτικοί στόχοι της Χαμάς. Η Χαμάς διεξάγει τις περιοδικές συγκρούσεις της για πολιτικούς λόγους και για να διατηρεί το ενδιαφέρον για στήριξη στη Γάζα.

Η στρατιωτική ηγεσία της Χαμάς έχει επίγνωση των δυνατοτήτων της. Η κατάληψη και η διατήρηση του εδάφους στο Ισραήλ είναι πολύ πέρα από τις δυνατότητές της. Όπως γίνεται σαφές από την απαγωγή και τη δολοφονία Ισραηλινών πολιτών, πρόκειται για μια επιχείρηση που σχεδιάστηκε τόσο για να τρομοκρατήσει όσο και για να έχει όσο το δυνατόν ευρύτερο διεθνές ακροατήριο.

Και ενώ οι άμεσες αιτίες της ισραηλινοπαλαιστινιακής βίας είναι πάντα σημαντικές, και όχι μόνο οι δεκαετίες κατοχής, αυτό που φαίνεται να είναι το κλειδί για τη χρονική στιγμή αυτής της επίθεσης είναι το ευρύτερο πλαίσιο στην περιοχή, και όχι μόνο η συνεχιζόμενη εξομάλυνση με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ μεταξύ Ισραήλ και Σαουδικής Αραβίας που έχει επιταχυνθεί πρόσφατα.

Η λεπτομερής ανάλυση του σκεπτικού της Χαμάς για την εξαπόλυση αυτής της επίθεσης είναι πιθανό να είναι μια χρονοβόρα διαδικασία. Η πραγματικότητα είναι ότι, ενώ η Χαμάς έντυσε την επίθεση ως απάντηση στις ισραηλινές εισβολές γύρω από το τέμενος αλ Άκσα στην Ιερουσαλήμ, επέλεξε να προκαλέσει αυτή τη σύγκρουση ως έναν τρόπο να επιβληθεί στην ευρύτερη διπλωματία.

Ένα από τα παλαιότερα χάσματα στα ρεπορτάζ και τις αναλύσεις για τη Μέση Ανατολή ήταν ανέκαθεν το χάσμα μεταξύ των στάσεων της ελίτ στους κύκλους διακυβέρνησης των αραβικών κρατών και των απόψεων του ευρύτερου πληθυσμού στις χώρες της περιοχής.

Πρόκειται για ένα χάσμα που οι ισραηλινοπαλαιστινιακές συγκρούσεις έχουν αποκαλύψει στο παρελθόν και που έχει αναγκάσει τις αραβικές χώρες -ακόμη και εκείνες που δεν έκρυβαν σχεδόν καθόλου την απογοήτευσή τους για την παλαιστινιακή ηγεσία υπό τον Αμπάς- να ακροβατούν σε τεντωμένο σχοινί δημόσιων δηλώσεων και πράξεων.

Πράγματι, η γλώσσα του στρατιωτικού διοικητή της Χαμάς Μοχάμεντ Ντέιφ κατά την ανακοίνωση της επίθεσης ήταν διδακτική. «Σήμερα ο λαός ανακτά την επανάστασή του», δήλωσε ο Ντέιφ σε μαγνητοσκοπημένο μήνυμα, καθώς κάλεσε τους Παλαιστίνιους από την Ανατολική Ιερουσαλήμ μέχρι το βόρειο Ισραήλ να συμμετάσχουν στον αγώνα, υποδηλώνοντας ότι η Χαμάς θεωρεί την επίθεση ως μια προσπάθεια ανάκτησης του παλαιστινιακού αφηγήματος.

Και ενώ η έκκληση για την Αλ-Άκσα είναι δημοφιλής η σοβαρότητα της επίθεσης της Χαμάς φαίνεται σκόπιμα σχεδιασμένη για να προκαλέσει μια πολύ σημαντική ισραηλινή επίθεση κατά της Γάζας, με όλες τις αναπόφευκτες απώλειες αμάχων που θα συνεπαγόταν. Η ευρύτερη έκκληση του Ντέιφ προς την "ισλαμική αντίσταση στο Λίβανο, το Ιράκ, τη Συρία" απευθυνόταν επίσης ειδικά σε χώρες που έχουν μαχητικά κινήματα που υποστηρίζονται από το Ιράν, και όχι λιγότερο στη Χεζμπολάχ στο Λίβανο.

Αυτό που είναι σαφές είναι ότι η σύγκρουση έχει ωφελημένους εκτός της Χαμάς. Αν και μικρής κλίμακας διεισδύσεις από τη Γάζα έχουν συμβεί και στο παρελθόν, η κλίμακα αυτής της επίθεσης έχει αφήσει εν κενώ την ιδέα ότι οι Ισραηλινοί, με τα δισεκατομμύρια που ξοδεύουν για την ασφάλεια, ότι ήταν ασφαλείς και προστατευμένοι μέσα στα σύνορά τους.