Υψηλή προστασία έναντι της μετάλλαξης Omicron φαίνεται ότι διαθέτουν όσοι έχουν κάνει τις τρεις δόσεις εμβολίου mRNA ή όσοι νόσησαν με κορωνοϊό και εμβολιάστηκαν στη συνέχεια με mRNA εμβόλιο.

Το συμπέρασμα προκύπτει από πρόσφατη έρευνα που δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό New England Journal of Medicine. Οι ερευνητές μελέτησαν τους τίτλους εξουδετερωτικών αντισωμάτων έναντι των κορωνοϊών της Ουχάν, όπου θεωρείται ότι ξεκίνησε η πανδημία, και της παραλλαγής Omicron σε 169 δείγματα πλάσματος από 47 άτομα με διαφορετική έκθεση σε αντιγόνα του ιού μέσω μόλυνσης, εμβολιασμού ή και των δύο.

Οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ Ευάγγελος Τέρπος (Αιματολόγος) και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνόψισαν τα κύρια σημεία της μελέτης.

Η πρόσφατα εμφανιζόμενη παραλλαγή B.1.1.159 (Omicron) του SARS-CoV-2 έχει μεγάλο αριθμό μεταλλάξεων (ν=32) στην πρωτεΐνη ακίδα σε σχέση με αυτή του αρχικού ιού (Ουχάν), ιδιαίτερα στην περιοχή εισόδου του ιού στα ανθρώπινα κύτταρα, δηλαδή στον πρωταρχικό στόχο των εξουδετερωτικών αντισωμάτων.

 

Τι δείχνουν τα αποτελέσματα

Σε δείγματα πλάσματος που ελήφθησαν περίπου 1 μήνα και 6 μήνες μετά τη μόλυνση από άτομα που είχαν αναρρώσει από COVID-19, οι τιμές του τίτλου εξουδετερωτικών αντισωμάτων ≥50% (που θεωρούνται ότι προστατεύουν έναντι της λοίμωξης COVID-19) ήταν 58 και 32 φορές χαμηλότερες για την Omicron από αυτές έναντι του στελέχους της Ουχάν, αντίστοιχα.

 Σε δείγματα πλάσματος από άτομα που είχαν λάβει δύο δόσεις εμβολίου mRNA [BNT162b2 (Pfizer–BioNTech) ή mRNA-1273 (Moderna)], 1,3 μήνες πριν από τη δειγματοληψία, οι τιμές εξουδετερωτικών αντισωμάτων ≥50% ήταν 127 φορές χαμηλότερη για την Omicron από ό,τι για το στέλεχος της Ουχάν. Στους 5 μήνες μετά τον εμβολιασμό, η ισχύς εξουδετέρωσης ήταν 27 φορές χαμηλότερη για την Omicron. Πολλά δείγματα πλάσματος από λήπτες του εμβολίου Ad26.COV2.S εφάπαξ δόσης (Johnson & Johnson), που ελήφθησαν 1 ή 5 μήνες μετά τον εμβολιασμό, δεν είχαν ανιχνεύσιμη εξουδετερωτική δραστηριότητα έναντι της Omicron.

Πάντως, οι καθηγητές σημειώνουν ότι ο εμβολιασμός ατόμων που ανέρρωσαν από Covid-19 ή η χορήγηση τρίτης δόσης εμβολίου mRNA σε εμβολιασμένα άτομα, τουλάχιστον 6 μήνες μετά τη δεύτερη δόση ενός εμβολίου mRNA, οδήγησε σε σημαντικό όφελος στην εξουδετερωτική δράση έναντι της Omicron. Συγκεκριμένα, μετά τον εμβολιασμό σε άτομα που είχαν προηγουμένως μολυνθεί με SARS-CoV-2, οι τιμές εξουδετερωτικών αντισωμάτων ≥50% ήταν 238 φορές και 154 φορές μεγαλύτερες για τους υποτύπους Ουχάν και Omicron, αντίστοιχα, από τους τίτλους που είχαν τα άτομα μετά τη νόσηση και πριν τον εμβολιασμό.

Για όσους είχαν λάβει δύο δόσεις ενός εμβολίου mRNA περίπου 6 μήνες νωρίτερα, και στη συνέχεια έλαβαν μια τρίτη δόση ενός εμβολίου mRNA περίπου 1 μήνα πριν από τη δειγματοληψία, οι τιμές εξουδετερωτικών αντισωμάτων ≥50% μετά την αναμνηστική δόση ήταν 26 φορές μεγαλύτερες για το στέλεχος της Ουχάν και 38 φορές μεγαλύτερες για το Omicron. Οι τίτλοι εξουδετέρωσης έναντι του Omicron ήταν πολύ υψηλοί σε όλα τα άτομα που είχαν αναρρώσει από COVID-19 και στη συνέχεια εμβολιάστηκαν και σε αυτά που είχαν λάβει τρεις δόσεις εμβολίου mRNA, αλλά οι τίτλοι ήταν χαμηλοί ή μη ανιχνεύσιμοι σε πολλά μη εμβολιασμένα άτομα που είχαν αναρρώσει από COVID-19 και σε λήπτες μόνο δύο δόσεων εμβολίου mRNA.

Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι η παραλλαγή Omicron παρουσιάζει ένα σημαντικό βαθμό διαφυγής από τα εξουδετερωτικά αντισώματα μετά από νόσηση από COVID-19 ή διπλό εμβολιασμό από m-RNA εμβόλια. Ωστόσο, υποδηλώνουν ότι η ενισχυτική δόση εμβολίου mRNA στις ομάδες αυτές, δηλαδή σε όσους είτε είχαν νοσήσει από COVID-19, είτε είχαν κάνει δυο δόσεις εμβολίου 6 μήνες πριν) παρέχουν πρόσθετη προστασία έναντι της μόλυνσης από την παραλλαγή Omicron και της επακόλουθης νόσου.