Του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
«Η Ευρώπη όχι μόνον δεν θα διαλυθεί, αλλά θα βγει πιο δυνατή και πιο ενωμένη από την κρίση. Η γεννά μας αυτό το χρωστά στον εαυτό της και θα σταθούμε υπεύθυνοι απέναντι στην ιστορία».
Αυτό δήλωσε στο «Καρφί» ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και πρώην Βέλγος πρωθυπουργός κ. Σαρλ Μισέλ, 44 ετών, προσθέτοντας ότι «στη μάχη κατά του κορωνοϊού η στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τα μέλη της είναι χωρίς όρια. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα θα επωφεληθεί και αυτή από το ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ, το οποίο θα χρηματοδοτηθεί με κεφάλαια του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας».
Και από την άποψη αυτή ο κύριος Σάρλ Μισέλ δεν έχει άδικο. Αν συνυπολογίσει κανείς τα ποσά των πρόσφατων αποφάσεων της Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η θεσμική Ευρωπαϊκή Ένωση κινητοποιεί περί τα 2,4 τρισεκατομμύρια ευρώ για τον πόλεμο κατά του κορωνοϊού και άλλα τόσα θα ρίξουν στη μάχη οι επιμέρους χώρες -μέλη.
Από την άλλη πλευρά, σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με αποφάσεις που έλαβε το Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών (ECOFIN) την περασμένη Δευτέρα και που επικύρωσαν οι αρχηγοί κρατών την Πέμπτη, ύστερα από τηλεδιάσκεψη, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αποφασισμένη να περάσει κυριολεκτικά στην αντεπίθεση, έστω και αν ο σημερινός εχθρός της είναι αόρατος.
Συγκεκριμένα, το ECOFIN αποφάσισε να ενεργοποιήσει το ισχυρότερο όπλο που διαθέτει και αυτό είναι η ρήτρα γενικής διαφυγής (general escape clause).
Σημειώνουμε ότι η παραπάνω ρήτρα θεσπίστηκε το 2011, με αφορμή την ελληνική κρίση και ενεργοποιείται για πρώτη φορά. Είναι δε σαφές ότι η ενεργοποίηση αυτή ανοίγει τον δρόμο και για μια ολική αναθεώρηση της περίφημης Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), η οποία στην ουσία από χρόνια τώρα βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Για την ώρα πάντως, με βάση τη ρήτρα διαφυγής που ισχύει και για την Ελλάδα, τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούν να λάβουν κάθε αναγκαίο μέτρο, για την υποστήριξη της δημόσιας υγείας, της ρευστότητας των επιχειρήσεων, της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.
Μπορούν συνεπώς τα κράτη-μέλη να αποκλίνουν από τον μεσοπρόθεσμο στόχο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης όσο διαρκεί η κρίση του κορωνοϊού.
Ήδη από ότι γνωρίζουμε, μόνον η Γαλλία και η Γερμανία αποφάσισαν να ρίξουν στη μάχη 300 και 500 δισεκατομμύρια ευρώ αντιστοίχως, ποσά εντυπωσιακά που ίσως να αποδειχτούν μικρά στην πράξη.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση που εξέδωσε το Συμβούλιο ECOFIN, η πανδημία του κορωνοϊού έχει προκαλέσει ήδη σοβαρό οικονομικό κλονισμό, με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι ακριβείς συνέπειες, θα εξαρτηθούν τόσο από τη διάρκεια της πανδημίας όσο και από τα μέτρα που λαμβάνονται από τις εθνικές αρχές και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Όπως τονίζεται, η σοβαρή οικονομική ύφεση που αναμένεται φέτος απαιτεί μια αποφασιστική, φιλόδοξη και συντονισμένη πολιτική απάντηση.
«Πρέπει να δράσουμε αποφασιστικά, ώστε να διασφαλίσουμε ότι το σοκ παραμένει όσο το δυνατόν συντομότερο και όσο το δυνατόν πιο περιορισμένο και δεν δημιουργεί μόνιμες ζημίες στις οικονομίες μας και κατ΄ επέκταση στη μεσοπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών», τονίζει ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Και με την επισήμανση αυτή, καταρρίπτονται οι μέχρι τώρα μεμψιμοιρίες για την ανικανότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να λάβει μέτρα απέναντι στην κρίση και να στηρίξει τα μέλη της.
Μεμψιμοιρίες που εκτοξεύονται από συγκεκριμένους κύκλους, οι οποίοι θεωρούν ότι η παρούσα υγειονομική κρίση είναι η μοναδική ευκαιρία να ενισχυθούν οι προϋποθέσεις για την αυριανή διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.