Όταν η Άνγκελα Μέρκελ ανέλαβε τη θέση της ως καγκελάριος της Γερμανίας, το 2005, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα, με την ανεργία να φτάνει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα που θύμιζαν τη μεταπολεμική περίοδο και τους Γερμανούς να φοβούνται ότι η βιομηχανική τους δύναμη έχει αρχίσει να εξασθενεί εν μέσω του αυξανόμενου παγκόσμιου ανταγωνισμού.

Η Μέρκελ δεσμεύτηκε να αποκαταστήσει το αίσθημα υπερηφάνειας στη χώρα της και να υιοθετήσει τις οδυνηρές αλλαγές που απαιτεί η παγκοσμιοποίηση, κατακρίνοντας, παράλληλα, την επιφυλακτική στάση που διατηρούσε το έθνος της.

«Δεν έχουμε το θάρρος να κάνουμε ούτε ένα μικρό βήμα, εκτός αν καταφέρουμε να υπολογίσουμε λεπτομερώς από πριν τις επιπτώσεις και τα αποτελέσματα που θα έχει μία τέτοια απόφασή μας», ανέφερε τότε η Μέρκελ.

«Η Γερμανία δεν πρέπει να αρκείται στη μετριότητα». Μια πιο δυναμική Γερμανία, προσέθεσε, θα αναζωογονήσει, με τη σειρά της, την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία είχε ξεκινήσει να χάνει επιρροή, λόγω της ανόδου δυνάμεων στην Ασία και σε άλλες περιοχές του κόσμου.

Δεκαέξι χρόνια αργότερα, με τις εκλογές στη Γερμανία αυτό το Σαββατοκύριακο, η Μέρκελ πρόκειται να αποχωρήσει από την πολιτική σκηνή ως μία από τις μακροβιότερες και δημοφιλέστερες ηγετικές προσωπικότητες της Δύσης.

Η δημοτικότητά της κυμαίνεται κοντά στο 80% και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Γερμανία, σήμερα, χαίρει περισσότερου θαυμασμού, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, σε σχέση με όταν είχε εκλεγεί η Μέρκελ για πρώτη φορά στη θέση της καγκελαρίας.

Αφήνει μια αποδυναμωμένη Ευρώπη

Ωστόσο, η Μέρκελ αφήνει πίσω της μια αποδυναμωμένη Ευρώπη, μία περιοχή της οποίας οι φιλοδοξίες να λειτουργήσει ως τρίτη υπερδύναμη φαντάζουν όλο και περισσότερο ουτοπικές.

Όταν έγινε καγκελάριος, το 2005, η ΕΕ ήταν είχε σημειώσει πολλές επιτυχίες: είχε υιοθετήσει το ευρώ, το οποίο απέβλεπε στο να καταφέρει να ανταγωνιστεί το δολάριο ως παγκόσμιο νόμισμα και, μόλις, είχε καταφέρει να επεκταθεί, μέσω της ένταξης στην ευρωζώνη πρώην μελών της Σοβιετικής Ένωσης.

Η σημερινή ΕΕ, αντίθετα, έχει περιοριστεί γεωγραφικά και οικονομικά. Έχοντας χάσει το Ηνωμένο Βασίλειο από κράτος μέλος της, εξαιτίας του Brexit, αντιμετωπίζει βαθιές πολιτικές και πολιτιστικές διαιρέσεις, έχει μείνει πίσω στον παγκόσμιο ανταγωνισμό για καινοτομία και τεχνολογία και πιέζεται όλο και περισσότερο από την αυξανόμενη στρατηγική αντιπαλότητα ΗΠΑ-Κίνας.

Η ρεαλιστική πολιτική που ακολούθησε η Μέρκελ είναι ο βασικός λόγος που η Ευρώπη έχει αντέξει στον χρόνο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στη θητεία της δεν υπήρξαν και κρίσεις που έπληξαν τη γηραιά ήπειρο.