Τα πρώτα δυσάρεστα μηνύματα για τη μεταμνημονιακή εποπτεία αλλά και τις δεσμεύσεις έναντι της ελάφρυνσης χρέους της ελληνικής κυβέρνησης, ήταν έτσι κι αλλιώς γνωστά μέσω δηλώσεων των Δανειστών, του Ευκλείδη Τσακαλώτου και δημοσιευμάτων στα οικονομικά φύλλα.
Όπως όμως όλα δείχνουν η κατάσταση είναι ακόμα πιο σοβαρή καθώς οι καθοριστικοί παίκτες του Eurogroup φαίνεται πως τα έχουν βρει πλήρως μεταξύ τους: Aν μετά τις 20 Αυγούστου η κυβέρνηση δεν ζητήσει παράταση του τρίτου μνημονίου, τότε η μόνη επιλογή είναι το «μνημόνιο του χρέους» με όρους και προϋποθέσεις (conditionality) όπως και προηγούμενα μνημόνια.
Η διαφορά είναι ότι δεν θα υπάρξει νέο δάνειο και αντί για δόσεις στην Ελλάδα θα δίνεται ελάφρυνση χρέους σε δόσεις. Ή δεν θα δίνεται, αν δεν τηρούνται τα συμφωνηθέντα. Πριν καν όμως συζητηθούν οι όροι ελάφρυνσης και πριν το ΔΝΤ θέσει τους δικούς του, για τη συμμετοχή του ως «θεματοφύλακας» των μεταμνημονιακών μεταρρυθμίσεων στο ελληνικό πρόγραμμα, ήδη η Κομισιόν αλλά και ο ΟΟΣΑ (ο κάθε θεσμός με τη δική του διατύπωση) συστήνουν στην κυβέρνηση να επιμηκυνθεί ο εργάσιμος βίος για να διασφαλιστούν οι εισφορές για τις μελλοντικές συντάξεις.
Συγκεκριμένα, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι η πραγματική ηλικία συνταξιοδότησης, που είναι σήμερα κατά μέσο όρο 61,2 έτη, πρέπει να αυξηθεί κατά τέσσερα έτη ως το 2030. Δηλαδή έναν χρόνο επιπλέον από την τριετή αύξηση των ορίων ηλικίας που έτσι κι αλλιώς εξασφαλίζει η ασφαλιστική μεταρρύθμιση Κατρούγκαλου που συνόδευσε την υπογραφή του τρίτου μνημονίου το καλοκαίρι του 2015.
Η κυβέρνηση δεν βλέπει την ανάγκη νέας παρέμβασης στα όρια ηλικίας καθώς υποστηρίζει ότι το 2022, όπου ολοκληρώνεται η μεταβατική περίοδος, κλείνει η πόρτα εξόδου για την πρόωρη συνταξιοδότηση με βάση τον νόμο του 2015. Από την πλευρά της, η Κομισιόν σημειώνει στην τελευταία της έκθεση ότι η αύξηση των ορίων ηλικίας είναι η μόνη δυνατή παρέμβαση αφού έχει εξαντληθεί το περιθώριο νέων περικοπών.
Καθώς Κομισιόν και ΟΟΣΑ δεν είναι καν δανειστές της χώρας, στρώνουν χαλί για τις απαιτήσεις του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων εταίρων, οι οποίες θα δεσμεύουν τη χώρα σε διαρκή λιτότητα (πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ) ως το 2022, σε εφαρμογή των ψηφισμένων μειώσεων σε συντάξεις και αφορολόγητο, αλλά και στην παγίωση των μέτρων των τριών προηγούμενων μνημονίων (κατώτατος μισθός κ.λπ.) με τη συμπερίληψη ρήτρας μη αντιστρεψιμότητας των μεταρρυθμίσεων.
Το ξεχωριστό κεφάλαιο που πολλοί φοβούνται, αλλά ουδείς επιβεβαιώνει στη φάση αυτή, είναι η πιθανότητα να υπάρξουν πρόσθετες δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις και ιδιωτικοποιήσεις με αντάλλαγμα το χρέος.
Οι εξελίξεις αυτές ανατρέπουν τα δεδομένα που είχε υπόψη της η κυβέρνηση και σκιάζουν το αφήγημα της καθαρής εξόδου. Ενας από τους πρώτους που αντιλήφθηκαν τις δυσμενείς ισορροπίες που διαμορφώνονται είναι ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος.
Μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό Στο κόκκινο την Πέμπτη, εξέπεμψε σήμα κινδύνου για τα μελλούμενα σε εντελώς διαφορετικό μήκος κύματος από την ειδυλλιακή εικόνα που παρουσιάζουν οι λόγοι που εκφωνεί ο Αλέξης Τσίπρας. «Υπάρχει τώρα ο λεγόμενος γαλλικός μηχανισμός για το χρέος», εξήγησε ο υπουργός, και μπήκε αμέσως στο πρόβλημα που έχει μπροστά της κυβέρνηση: «Η διαφωνία αυτή τη στιγμή είναι αυτός ο μηχανισμός που μπορεί να σου δώσει ακόμα μεγαλύτερο περιθώριο επιμήκυνσης, οι Γερμανοί το θέλουν να είναι υπό όρους. Αυτό είναι κατά τη δική μας άποψη, αλλά και όλων των τεσσάρων θεσμών, εναντίον του πνεύματος της απόφασης του Eurogroup».
Πράγματι το Eurogroup της 15ης Ιουνίου του 2017 μιλούσε για έναν «λειτουργικό» μηχανισμό ελάφρυνσης τους χρέους με βάση την ανάπτυξη. Πριν από λίγες μέρες ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί μίλησε για «ημιαυτόματο» μηχανισμό λαμβάνοντας υπόψη του την άποψη του Βερολίνου, ενώ την Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών επιβεβαίωσε αυτό που φοβόντουσαν όλοι: ότι οι Γερμανοί θέλουν ο μηχανισμός να ενεργοποιείται «υπό όρους», δηλαδή ενδεχομένως και ποτέ!
Πιο απλά, αν κάνει αυτά για τα οποία έχει δεσμευτεί η Ελλάδα, θα παίρνει ελάφρυνση χρέους, αν δεν τα κάνει όμως, δεν θα παίρνει. Σαν κανονικός μηχανισμός μνημονίου δηλαδή, αλλά χωρίς μνημόνιο. ΔΝΤ και ΕΚΤ διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι δεν πρέπει να γίνει έτσι, αλλά όλα δείχνουν ότι θα υποχωρήσουν.
«Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει πια διαφωνία, θα γίνει αυτό που λέει το Βερολίνο και ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Ολαφ Σολτς», λέει στο «ΘΕΜΑ» ανώτερη ευρωπαϊκή πηγή που γνωρίζει πολύ καλά τις εξελίξεις. «Στο τέλος μιλούν πάντα οι Γερμανοί. Η ελάφρυνση στο χρέος θα δοθεί σε δόσεις και με βάση όρους και προϋποθέσεις. Με τη Γερμανία συμφωνούν τουλάχιστον έξι ακόμη κράτη-μέλη του Eurogroup: Η Αυστρία, η Ολλανδία, η Φινλανδία, η Λιθουανία, η Εσθονία και η Λετονία».
Η κυβέρνηση στο λεγόμενο ολιστικό σχέδιο ανάπτυξης που έχει καταρτίσει ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει ότι είναι δικαιολογημένη (warranted) η αύξηση του κατώτατου μισθού αφού προηγηθεί μελέτη επιπτώσεων. Παράλληλα, ζητεί να επανέλθουν η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης και η επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων. Η άρνηση των θεσμών πλην Κομισιόν είναι απόλυτη.
Αυτά συμβαίνουν εν αναμονή της άφιξης των απεσταλμένων των θεσμών στις 14 Μαΐου στην Αθήνα, όπου θα διαφανεί με ποια μέτρα θα είναι ικανοποιημένο το ΔΝΤ για να δεχτεί να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα.
Ωστόσο, η έκθεση του ΟΟΣΑ αποκαλύπτει ότι η κυβέρνηση έχει αποτύχει συνολικά σε όλα τα επίπεδα διαπραγμάτευσης τα τρία τελευταία χρόνια:
1. Την προηγούμενη εβδομάδα ο πρωθυπουργός «έδιωχνε» το ΔΝΤ λέγοντας ότι «δεν θα έρθει το τέλος του κόσμου» αν δεν συμμετέχει το Ταμείο. Και αυτό για να δικαιολογήσει γιατί το Ταμείο δεν έχει ενεργοποιήσει ακόμα τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα μετά από τρία χρόνια. Την ίδια στιγμή, όμως, υποδέχεται ευνοϊκά τα μέτρα που περιλαμβάνει η έκθεση που παρέλαβε από τον ΟΟΣΑ.
2. Η έκθεση του ΟΟΣΑ στις προβλέψεις της λαμβάνει ως δεδομένη την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους από τους δανειστές. Ελάχιστες εβδομάδες όμως προτού τελειώσει η τελευταία αξιολόγηση για το 3ο Μνημόνιο, ακόμα δεν έχει αποκαλυφθεί τι θα περιλαμβάνει η ελάφρυνση του χρέους. Και ενώ ως αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ επέκρινε τις προηγούμενες κυβερνήσεις ότι επί τρία χρόνια (από το 2012) δεν είχαν συμφωνήσει τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους που υποσχέθηκαν οι εταίροι, έχουν περάσει και άλλα τρία χρόνια ακόμα χωρίς να πετύχει ως κυβέρνηση αυτό για το οποίο κατηγορούσε τους προηγούμενους.
Ακόμα χειρότερα ίσως, ενώ αρχικά διεκδικούσε «κούρεμα», τώρα συζητά «ελάφρυνση», έχοντας εκχωρήσει όμως στους δανειστές και ολόκληρη τη δημόσια περιουσία (κινητή και ακίνητη), μεταβιβάζοντάς την στο Υπερταμείο Ιδιωτικοποιήσεων για να διασφαλιστεί πως θα αποπληρώνονται τα χρέη του Ελληνικού Δημοσίου.
3. Ενώ -επισήμως τουλάχιστον- η κυβέρνηση προσπαθεί να «ακυρώσει» και να απομονώσει το ΔΝΤ επειδή επιμένει να ζητά μείωση του αφορολογήτου (όπως όμως συστήνει και ο ΟΟΣΑ), το Ταμείο είναι ο πιο σταθερός «σύμμαχος» της χώρας στο αίτημα για «αυτόματη» ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Πλέον, όμως, ακόμα και η Κομισιόν διά του επιτρόπου Μοσκοβισί μιλά για «ημιαυτόματη» ελάφρυνση, υπό όρους και προϋποθέσεις που θα πρέπει να συμφωνηθούν και να εκπληρώνονται.
Ετσι, στα βασικά ζητήματα που προβάλλει ακόμα ως «ιερό δισκοπότηρο» της πολιτικής της (χρέος, συλλογικές συμβάσεις, αντίμετρα), η κυβέρνηση οδηγείται προς «ημιαυτόματες» λύσεις υπό όρους και προϋποθέσεις, ενώ τα νέα μέτρα λιτότητας που έρχονται (μειώσεις αφορολόγητου και συντάξεων) τα έχει ψηφίσει και -σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ- εμφανίζεται να έχει αποδεχθεί πως θα ισχύσουν πλήρως και «αυτομάτως».