Στη νομοθετική ρύθμιση για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο αναφέρθηκε ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Γιώργος Κώτσηρας, στο πλαίσιο της συζήτησης στην Ολομέλεια της Βουλής για το σχέδιο νόμου «Νέο Εθνικό Πρόγραμμα Ανάπτυξης, μεταφορά ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ και λοιπές διατάξεις».
«Μετά την ψήφιση του Προϋπολογισμού τις προηγούμενες μέρες και την αναφορά του Πρωθυπουργού στα μέτρα για το 2026, σήμερα φέρνουμε προς ψήφιση - και σε αυτή θα αναφερθώ κατά κύριο λόγο - μια ρύθμιση που κλείνει μια εκκρεμότητα πολλών ετών. Μια εκκρεμότητα που αφορά δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, η οποία όφειλε να αντιμετωπιστεί από την ελληνική Πολιτεία. Αναφέρομαι στη διάταξη για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο.
Τα δάνεια αυτά δόθηκαν κυρίως την περίοδο 2005–2009, σε μια συγκυρία όπου το επιτόκιο του ελβετικού ήταν σημαντικά χαμηλότερο και, διεθνώς, δεν υπήρχε πρόβλεψη για μια τόσο δραστική μεταβολή της ισοτιμίας ευρώ–ελβετικού. Στη συνέχεια, με αφετηρία τη διεθνή κρίση, η ισοτιμία επιδεινώθηκε σε τέτοιο βαθμό ώστε η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας να θέσει για μεγάλο διάστημα όριο στο 1 ευρώ προς 1,20 ελβετικά. Όταν το όριο αυτό ήρθη αιφνιδιαστικά, η ισοτιμία μεταβλήθηκε απότομα και παραμένει χαμηλότερα — σήμερα περίπου στο 0,94. Έτσι, επειδή η οφειλή είναι σε ελβετικό νόμισμα, το ανεξόφλητο κεφάλαιο σε όρους ευρώ επιβαρύνθηκε, ακόμα και σε περιπτώσεις ανθρώπων που πλήρωναν επί χρόνια», τόνισε ο Γιώργος Κώτσηρας.
«Σύμφωνα δε με τα στοιχεία που είναι διαθέσιμα στο τραπεζικό σύστημα, την περίοδο πριν από την κρίση χορηγήθηκαν στην Ελλάδα δάνεια σε ελβετικό φράγκο συνολικού ύψους περίπου 14 δισεκατομμυρίων ευρώ. Από αυτά, περίπου το 60% του αρχικού κεφαλαίου έχει ήδη αποπληρωθεί, συχνά με πολύ υψηλότερο πραγματικό κόστος. Σε αυτό το υπαρκτό πρόβλημα, με ουσιώδεις κοινωνικές προεκτάσεις, η Πολιτεία όφειλε να παρέμβει, όχι αποσπασματικά, όχι με πρόχειρες λύσεις, αλλά με θεσμικό και νομικά άρτιο τρόπο, με μία παρέμβαση δίκαιη, ισορροπημένη και θεσμικά ανθεκτική.
Θέλουμε να είμαστε απολύτως σαφείς: Η ρύθμιση αυτή αναγνωρίζει και σέβεται πλήρως τις θυσίες εκείνων που προσπάθησαν να εξυπηρετούν τα δάνεια τους, συχνά υπό πολύ δυσμενέστερους όρους από αυτούς που είχαν αρχικά προβλεφθεί. Γι’ αυτό η παρέμβαση που φέρνουμε σήμερα προς ψήφιση είναι στοχευμένη, με κριτήρια και κανόνες, ώστε να διορθώνει μια αντικειμενική στρέβλωση χωρίς να δημιουργεί νέες αδικίες.
Υπενθυμίζω ότι με τον νόμο του 2016 ενσωματώθηκε στην εθνική έννομη τάξη η ευρωπαϊκή οδηγία που ενίσχυσε την προστασία των καταναλωτών στις συμβάσεις πίστωσης σε ξένο νόμισμα. Όμως, με ρητή ευρωπαϊκή επιταγή, η προστασία αυτή αφορούσε μόνο τις νέες συμβάσεις. Τα παλαιά δάνεια – αυτά που είχαν ήδη επηρεαστεί δραματικά από την ανατίμηση του ελβετικού φράγκου – έμειναν εκτός», ανέφερε ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
«Σήμερα ερχόμαστε να καλύψουμε αυτό το κενό. Το ερώτημα που θα μπορούσε να θέσει κάποιος είναι «γιατί τώρα»; Σε αυτό οφείλουμε να συνυπολογίσουμε ότι τώρα υπάρχουν οι θεσμικές και οικονομικές προϋποθέσεις για μια συνολική και βιώσιμη λύση, η οποία βασίζεται σε ένα θεσμικό και νομικό πλαίσιο άρτιο και ασφαλές. Μετά την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, τη λειτουργία του εξωδικαστικού μηχανισμού και τη σταθεροποίηση της οικονομίας, μπορούμε για πρώτη φορά να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα, χωρίς να δημιουργούμε νέους κινδύνους για το σύστημα, το τραπεζικό αλλά και το Δημόσιο.
Η ρύθμιση που καταθέτουμε αφορά όλο το φάσμα των δανείων σε ελβετικό φράγκο: και τα μη εξυπηρετούμενα και τα εξυπηρετούμενα ή ρυθμισμένα. Δίνει στους οφειλέτες δύο ξεκάθαρες, εφαρμόσιμες επιλογές και προβλέπει ότι οι τράπεζες οφείλουν να αποδεχθούν όποια από τις δύο επιλεγεί.
Για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, δίνουμε μια καθαρή και θεσμικά ασφαλή λύση: τη δυνατότητα ένταξης στον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών. Η λύση που προκύπτει από τον αλγόριθμο καθίσταται υποχρεωτική για τους πιστωτές, χωρίς πρόσθετα φίλτρα περιουσίας ή εισοδήματος. Με διαφάνεια, με ενιαίους κανόνες και προφανώς χωρίς διακρίσεις», πρόσθεσε ο υφυπουργός.
«Για τα εξυπηρετούμενα ή ρυθμισμένα δάνεια, προχωρούμε ένα βήμα παραπέρα. Προβλέπεται η οριστική μετατροπή του δανείου από ελβετικό φράγκο σε ευρώ, με βελτιωμένη ισοτιμία μετατροπής που οδηγεί σε ουσιαστική μείωση του κεφαλαίου, από 15% έως 50%, βάσει κοινωνικών και οικονομικών κριτηρίων, ενώ, παράλληλα, προβλέπεται σταθερό και χαμηλό επιτόκιο για όλη τη διάρκεια του δανείου, καθώς και δυνατότητα επιμήκυνσης έως πέντε έτη, ώστε με αυτόν τον τρόπο η μηνιαία δόση να είναι πραγματικά βιώσιμη.
Η παρέμβαση δεν αφορά μόνο την ισοτιμία. Αφορά και το κόστος χρήματος. Η μετατροπή σε ευρώ γίνεται με σταθερό επιτόκιο 2,30% έως 2,90% για όλη την εναπομένουσα διάρκεια , επιτόκιο το οποίο είναι συγκριτικά χαμηλότερο από εκείνο ενός νέου στεγαστικού δανείου που θα εκταμιευόταν σήμερα. Αυτό μεταφράζεται σε σταθερή δόση, καθαρό ορίζοντα, πραγματική προβλεψιμότητα. Ο οφειλέτης θα ξέρει πόσες ακριβώς δόσεις θα πληρώσει και το ύψος κάθε δόσης, σε ευρώ προφανώς πλέον, μέχρι την πλήρη εξόφληση.
Η μετατροπή αυτή δεν επιβάλλεται. Προσφέρεται ως επιλογή. Ο οφειλέτης αποφασίζει ελεύθερα αν θα ενταχθεί στη ρύθμιση, έχοντας πλήρη εικόνα των όρων και των συνεπειών. Η Πολιτεία δεν εξαναγκάζει, αλλά δημιουργεί ένα πλαίσιο κινήτρων που καθιστά τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα μια ελκυστικότερη επιλογή», συμπλήρωσε ο Γιώργος Κώτσηρας.
«Η ρύθμιση έχει ισχυρό κοινωνικό πρόσημο. Η ελάφρυνση είναι κλιμακωτή, με σαφή και διαφανή κοινωνικοοικονομικά κριτήρια, και φτάνει έως πολύ υψηλό ποσοστό — έως 50%. Αυτό αφορά κυρίως τους οικονομικά ασθενέστερους και προφανώς εμείς στοχεύουμε εκεί που υπάρχει πραγματική και πιο επείγουσα ανάγκη.
Με απλά λόγια, λοιπόν, πετυχαίνουμε τα εξής: Πρώτον, εξαλείφουμε οριστικά τον συναλλαγματικό κίνδυνο. Δεύτερον, προσφέρουμε σταθερή και προβλέψιμη δόση σε ευρώ. Τρίτον, επιτυγχάνουμε ουσιαστική ελάφρυνση του χρέους. Και τέταρτον, όλα αυτά γίνονται χωρίς κόστος για τον φορολογούμενο.
Η λύση που φέρνουμε προς ψήφιση δεν μεταφέρει κόστος στους πολίτες. Δεν επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό και δεν δημιουργεί νέες δημοσιονομικές υποχρεώσεις. Έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να διασφαλίζεται η κεφαλαιακή ουδετερότητα των τιτλοποιήσεων που φέρουν την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου μέσω του προγράμματος «Ηρακλής», προστατεύοντας ταυτόχρονα τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Παράλληλα, η ρύθμιση στηρίζεται σε σαφές ευρωπαϊκό και εθνικό νομικό πλαίσιο. Έχει σχεδιαστεί με γνώμονα τη νομική ασφάλεια όλων των εμπλεκομένων. Δεν εισάγει αυθαίρετες διακρίσεις, αλλά προβλέπει καθαρούς και αντικειμενικούς κανόνες, μειώνοντας τον κίνδυνο νέων δικαστικών αμφισβητήσεων και παρατεταμένης αβεβαιότητας, που ήταν κάτι που είχε επικρατήσει για πάρα πολλά χρόνια. Η κυβέρνηση παρεμβαίνει πολιτικά και κοινωνικά σε ένα υπαρκτό θέμα, χωρίς να ανατρέχει σε αμφισβητήσεις που έχουν κριθεί επί μακρόν από την ελληνική και ευρωπαϊκή δικαιοσύνη. Η λύση που φέρνουμε, όπως προανέφερα, πατά σε στέρεο νομικό έδαφος και κλείνει μια αβεβαιότητα με έναν νομικά άρτιο τρόπο, το οποίο προφανέστατα είναι εχέγγυο για το μέλλον και για την εφαρμογή του», συνέχισε ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.
«Τέλος, η ρύθμιση καλύπτει το σύνολο των υφιστάμενων δανείων σε ελβετικό φράγκο, ανεξαρτήτως αν βρίσκονται σε τράπεζες ή σε εταιρίες διαχείρισης απαιτήσεων. Δεν αφήνει γκρίζες ζώνες. Δεν δημιουργεί πολίτες δύο ταχυτήτων, γιατί προφανώς οι οικογένειες που πλήρωναν επί χρόνια και έβλεπαν το υπόλοιπο του δανείου να αυξάνεται είναι ακριβώς το αντικείμενο που προσπαθούμε να ρυθμίσουμε με την υπάρχουσα ρύθμιση, η οποία ξαναλέω, οφείλει να σέβεται τους κανόνες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο.
Αυτή η ρύθμιση δεν είναι μια χαριστική ρύθμιση. Είναι μια ρύθμιση δίκαιη προς ανθρώπους και συμπολίτες μας, των οποίων οι περιπτώσεις έχρηζαν αντιμετώπισης και επεξεργασίας μέσω του νομικού πλαισίου. Είναι μια λύση που κλείνει έναν κύκλο αβεβαιότητας, που αποκαθιστά την εμπιστοσύνη και που αποδεικνύει ότι η Πολιτεία μπορεί να παρεμβαίνει, όταν χρειάζεται, με κανόνες, με μέτρο και με κοινωνική δικαιοσύνη.
Ξαναλέω ότι ήταν μια εκκρεμότητα η οποία χρόνιζε. Έπρεπε να πληρωθούν οι προϋποθέσεις της ενίσχυσης της οικονομίας, της θεσμικής ασφάλειας, της νομικής αρτιότητας, προκειμένου ακριβώς να μπορέσουμε να έχουμε μια ρύθμιση η οποία θα λύνει στην πράξη το πρόβλημα πολλών συμπολιτών μας. Η κυβέρνησή μας, όπως ανέφερε ο Πρωθυπουργός, φέρνει τη συγκεκριμένη ρύθμιση. Νομίζουμε ότι γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια να αντιμετωπιστεί ένα χρονίζον πρόβλημα. Παίρνουμε αυτήν την πρωτοβουλία. Και θεωρώ ότι η πρωτοβουλία αυτή - και θέλω να ελπίζω - θα τύχει της ψήφισης και από τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης», κατέληξε ο υφυπουργός.
Δημοσκόπηση Metron Analysis: Η πλειοψηφία του κόσμου στηρίζει του αγρότες – Ποιο ψηλά από Τσίπρα η Καρυστιανού (κάρτες)
Υπoυργείο Αγροτικής Ανάπτυξης: Ναι στα λογικά αιτήματα, όχι στην ταλαιπωρία της κοινωνίας
Ακολουθήστε το Lykavitos.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις