Το προηγούμενο διάστημα διαπιστώθηκε ότι το μεγαλύτερο παγόβουνο του κόσμου κινείται μετά από περισσότερα από 30 χρόνια που βρισκόταν κολλημένο στον πυθμένα της θάλασσας. 

Το παγόβουνο, με την ονομασία A23a, είχε αποκολληθεί από την ακτογραμμή της Ανταρκτικής το 1986. Ωστόσο, κόλλησε στον πυθμένα της Θάλασσας Γουέντελ, έχοντας ουσιαστικά μετατραπεί σε ένα νησί πάγου.

Με έκταση σχεδόν 4.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, το παγόβουνο είναι δύο φορές μεγαλύτερο από το Λονδίνο. Έχει πάχος περίπου 400 μέτρα, ενώ όταν αποκολλήθηκε από την Ανταρκτική, φιλοξενούσε έναν σοβιετικό ερευνητικό σταθμό. 

Η Ρωσία τότε έστειλε μια αποστολή για να αφαιρέσει εξοπλισμό από τη βάση Druzhnaya 1, φοβούμενη ότι θα χαθεί. Ωστόσο, το παγόβουνο δεν απομακρύνθηκε πολύ από την ακτή, προτού «αγκυροβολήσει» στις λάσπες του βυθού της Θάλασσας Γουέντελ.

Η Βρετανική Αποστολή της Ανταρκτικής (BAS), η παλαιότερη και πιο οργανωμένη ερευνητική αποστολή στην παγωμένη ήπειρο, έδωσε στη δημοσιότητα εντυπωσιακές εικόνες που κατέγραψε από το γιγάντιο παγόβουνο ένα drone του ερευνητικού σκάφους RRS Sir David Attenborough που έχει το όνομα του Βρετανού βιολόγου Ντέιβιντ Ατένμπορο που εδώ και επτά δεκαετίες οργανώνει και παρουσιάζει τα κορυφαία κατά τεκμήριο ντοκιμαντέρ της άγριας φύσης.

Το A23a θεωρείται βέβαιο ότι ακολουθώντας το πολικό ρεύμα της Ανταρκτικής, θα οδηγηθεί στον Νότιο Ατλαντικό, σε μια διαδρομή που έχει γίνει γνωστή ως «πέρασμα των παγόβουνων». 

Οι επιστήμονες παρακολουθούν στενά την πορεία του παγόβουνου. Εφόσον προσαράξει στο Βρετανικό Υπερπόντιο Έδαφος της Νοτίου Γεωργίας, υπάρχουν φόβοι ότι θα μπορούσε να προκαλέσει προβλήματα στους πιγκουίνους, τις φώκιες και άλλα θαλασσοπούλια που αναπαράγονται στο νησί. Ο μεγάλος όγκος του A23a θα μπορούσε να διαταράξει τις συνήθεις διαδρομές που ακολουθούν κατά την αναζήτηση τροφής, εμποδίζοντάς τα να ταΐσουν σωστά τα μικρά τους.

Μεγάλα παγόβουνα σαν το Α23α λιώνουν, απελευθερώνουν ορυκτή σκόνη που ενσωματώθηκε στον πάγο τους όταν ήταν μέρος των παγετώνων που ξεκινούσαν από τον βραχώδη πυθμένα της Ανταρκτικής. 

Αυτή η σκόνη αποτελεί πηγή θρεπτικών συστατικών για οργανισμούς που αποτελούν τη βάση της τροφικής αλυσίδας των ωκεανών.