Τα δέντρα γδύνονται σιωπηλά
και τα φύλλα πέφτουν σαν αργές εξομολογήσεις.
Ο αέρας μυρίζει καμένο ξύλο,
κι ένα κομμάτι ουρανού γέρνει μέσα στο ποτάμι.
Τα σύννεφα τρέχουν χαμηλά,
σαν σκέψεις που δεν βρίσκουν ανάπαυση.
Το φως του απογεύματος
χρυσίζει τις πέτρες και τις μνήμες.
Στην άκρη του δρόμου,
μια καστανιά ανοίγει την καρδιά της
και σκορπίζει στο χώμα
όλα τα ανείπωτα φιλιά του καλοκαιριού.
Κι εγώ, περπατώ ανάμεσα στις σκιές,
κρατώντας στην παλάμη μου
την αργή υπόσχεση του χειμώνα,
που μοιάζει με προσμονή για αγάπη
@ Γιάννης Παρασκευόπουλος