Δεν έμαθε να σκύβει,

ούτε να μετρά τις λέξεις του με φόβο·

μίλαγε κι η φωνή του έσπαγε τζάμια,

όχι για να τρομάξει,

μα για να περάσει φως.

Τον είπαν δύστροπο, παράξενο,

πως δεν ξέρει να προσαρμόζεται —

μα εκείνος ήξερε μονάχα

πως η ψυχή, άμα χωρά παντού,

κάπου έχει ήδη πεθάνει.

Δεν είχε σημαία, μα κουβαλούσε άνεμο,

δεν είχε σπίτι, μα άφηνε φλόγα στα περάσματα.

Κι αν έμεινε μόνος,

ήταν γιατί δεν πούλησε το βλέμμα του

στην αγορά των βολεμένων.

Ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος —

μα ίσως ο μόνος

που έζησε στ’ αλήθεια.

@ Γιάννης Παρασκευόπουλος